Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

Η Γραμμή που Ενώνει Δύο Ωκεανούς

ΠΡΙΝ από 150 χρόνια περίπου, μεγάλο μέρος του Καναδά, της δεύτερης σε έκταση χώρας του κόσμου, εξακολουθούσε να είναι μια ανεξερεύνητη ερημιά.
Ο ιστορικός Πιερ Μπερτόν εξηγεί: «Τα τρία τέταρτα του πληθυσμού ζούσαν σε αγροκτήματα, σε σχετική απομόνωση», ενώ η κατάσταση των δρόμων....

«καθιστούσε τα μεγάλα ταξίδια σχεδόν αδύνατα».
Οι μετακινήσεις στις υδάτινες οδούς ήταν επίσης περιορισμένες, επειδή οι λίμνες και τα ποτάμια καλύπτονταν από πάγο ως και πέντε μήνες το χρόνο.

Ενόψει αυτών των προβλημάτων, ο πρωθυπουργός Σερ Τζον Α. Μακντόναλντ πρότεινε το 1871 την κατασκευή ενός σιδηροδρόμου ο οποίος θα ένωνε τις ακτές του Καναδά στον Ατλαντικό Ωκεανό με τις ακτές του στον Ειρηνικό. Ένας αντίστοιχος σιδηρόδρομος είχε ολοκληρωθεί το 1869 στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά ο Καναδάς είχε λιγότερα χρήματα, μεγαλύτερη απόσταση που θα έπρεπε να καλυφτεί, και μόνο το 10 τοις εκατό του πληθυσμού των Ηνωμένων Πολιτειών. Κάποιος Καναδός πολιτικός χαρακτήρισε το προτεινόμενο έργο «ένα από τα πιο ανόητα πράγματα που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς». Κάποιος άλλος είπε ειρωνικά ότι το επόμενο που θα πρότεινε ο πρωθυπουργός θα ήταν ένας σιδηρόδρομος ως το φεγγάρι.

Δαπανηρό Εγχείρημα
Μολαταύτα, η κυβέρνηση υποσχέθηκε να αποπερατώσει το σιδηρόδρομο μέσα σε δέκα χρόνια. Ο Σάντφορντ Φλέμινγκ, ένας Σκωτσέζος μηχανικός σιδηροδρόμων, υπολόγισε ότι το έργο θα στοίχιζε γύρω στα 100 εκατομμύρια δολάρια, αστρονομικό ποσό για εκείνη την εποχή. Παρότι η διαδρομή θα γινόταν συντομότερη και ευκολότερη αν μέρος της γραμμής περνούσε από το έδαφος των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Μακντόναλντ επέμεινε να βρίσκεται ολόκληρη η γραμμή εντός των καναδικών συνόρων για την προστασία των συμφερόντων της χώρας σε περίπτωση πολέμου.

Πολλοί επενδυτές ήταν απρόθυμοι να αναλάβουν ένα τόσο δαπανηρό και ριψοκίνδυνο έργο. Εντούτοις, το 1875 η εταιρία των Καναδικών Σιδηροδρόμων του Ειρηνικού (CPR) άρχισε την κατασκευή της κύριας γραμμής. Δέκα χρόνια αργότερα, το έργο κινδύνευε να σταματήσει εντελώς. Ένα χρέος 400.000 δολαρίων—το οποίο η CPR αδυνατούσε να πληρώσει—έπρεπε να εξοφληθεί στις 10 Ιουλίου μέχρι τις 3:00 μ.μ. Ωστόσο, στις 2:00 μ.μ. εκείνη την ημέρα, το Καναδικό Κοινοβούλιο συμφώνησε τελικά να χορηγήσει και άλλο δάνειο, αποτρέποντας έτσι τη διακοπή του έργου.

Δυσκολίες στην Κατασκευή
Ενόσω κατασκεύαζαν τη γραμμή στο βόρειο Οντάριο, οι εργάτες βρήκαν συμπαγή βράχο σε βάθος 30 περίπου εκατοστών από την επιφάνεια του εδάφους. Χρειάστηκε, λοιπόν, να μεταφέρουν χώμα από αρκετά μακριά. Στον κεντρικό Καναδά, η θερμοκρασία έπεφτε το χειμώνα μέχρι και 47 βαθμούς Κελσίου υπό το μηδέν, προξενώντας αρκετά προβλήματα στο έργο κατασκευής. Επιπρόσθετα, οι ετήσιες χιονοπτώσεις ξεπερνούσαν κατά μέσο όρο το ένα μέτρο. Το τμήμα της γραμμής που περνούσε από τα Βραχώδη Όρη, στα δυτικά της χώρας, είχε χαρακτηριστεί ως «το μέρος όπου ο θάνατος έρχεται απροειδοποίητα». Χρειάστηκε επίσης να γίνουν πολλές σήραγγες και γέφυρες. Το καθημερινό ωράριο εργασίας ήταν δέκα ώρες, παρά τη βροχή, τη λάσπη ή το χιόνι.

Τελικά, στις 7 Νοεμβρίου 1885, χωρίς πολλές τυμπανοκρουσίες, τοποθετήθηκε επισήμως το τελευταίο καρφί στη θέση Ιγκλ Πας της Βρετανικής Κολομβίας στο δυτικό τμήμα της χώρας. Ο σταθμός αυτός ονομάστηκε Κραγκέλακι, από το όνομα ενός σημείου συνάντησης στη Σκωτία που είχε γίνει σύμβολο της τολμηρής αντίστασης σε δύσκολους καιρούς. Όταν ο γενικός διευθυντής της CPR κλήθηκε να βγάλει λόγο, είπε απλά: «Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι το έργο ολοκληρώθηκε επιτυχώς από κάθε άποψη».
Επίδραση στους Ανθρώπους
Χιλιάδες Κινέζοι εργάτες φέρθηκαν στη χώρα για το έργο με τη διαβεβαίωση ότι θα είχαν σταθερή εργασία στο σιδηρόδρομο. Το έργο ήταν πολλές φορές επικίνδυνο, ιδιαίτερα στα Βραχώδη Όρη. Πέρασαν χρόνια από την ολοκλήρωση της κατασκευής ώσπου να καταφέρουν πολλοί από αυτούς τους εργάτες να μαζέψουν αρκετά χρήματα ώστε να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.

Με την εμφάνιση του σιδηροδρόμου, η βιομηχανία και το εμπόριο μετακινήθηκαν προς τα δυτικά, επηρεάζοντας δυσμενώς τον παραδοσιακό τρόπο ζωής. Ιδρύθηκαν μικρές και μεγάλες πόλεις, ενώ οι ιθαγενείς λαοί μεταφέρθηκαν σε συγκεκριμένες περιοχές που τους παραχωρήθηκαν. Μικρές επιχειρήσεις, όπως τα πανδοχεία, κατά μήκος των παλιών εμπορικών οδών έκλεισαν. Αλλά ένα από τα θετικά ήταν, όπως αναφέρει ένα σύγγραμμα, ότι χάρη στο τρένο «η κοινωνία δεν ήταν πια δέσμια της σκόνης και της λάσπης» ούτε «δέσμια του χειμώνα». Επιπλέον, τα τρόφιμα που έρχονταν από την Άπω Ανατολή στις καναδικές ακτές του Ειρηνικού έφταναν στις ανατολικές πόλεις της χώρας μέσα σε λίγες μόνο ημέρες.

Παρότι τα τρένα εξακολουθούν να παίζουν σημαντικό ρόλο στη μεταφορά εμπορευμάτων εντός του Καναδά, η αυξημένη χρήση του αυτοκινήτου και του αεροπλάνου έχει μειώσει την επιβατική κίνηση του σιδηροδρόμου. Ωστόσο, πολλοί απολαμβάνουν μια «απόδραση» από τους γρήγορους ρυθμούς του 21ου αιώνα θαυμάζοντας τα όμορφα τοπία από το Τορόντο ως το Βανκούβερ μέσα από ένα άνετο τρένο. Αντί λοιπόν το τρένο να επιταχύνει τους ρυθμούς της ζωής, όπως άλλοτε, δίνει τώρα στους επιβάτες τη δυνατότητα να χαλαρώσουν και να αναλογιστούν την ενδιαφέρουσα ιστορία του καναδικού σιδηροδρόμου ενόσω ταξιδεύουν πάνω σε αυτή τη γραμμή που ενώνει δύο ωκεανούς.
www.periodiko.net

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια