Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΑΤΟΜΩΝ με ΑΝΑΠΗΡΙΕΣ

ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ Π.Ο.Σ.Γ.Κ.Α.μεΑ. ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΑΤΟΜΩΝ με ΑΝΑΠΗΡΙΕΣ

Εισαγωγή

Η Ειδική Εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του....

εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας, στα πλαίσια της αρχής της εξίσωσης των ευκαιριών και της κατοχύρωσης της εκπαίδευσης ως υποχρεωτικής για όλους.

Σύμφωνα με το άρθρο 24 της Σύμβασης του Ο.Η.Ε για τα δικαιώματα των ΑμεΑ αναγνωρίζεται το δικαίωμα στην εκπαίδευση χωρίς διακρίσεις και εξασφαλίζεται ένα σύστημα ενταξιακής εκπαίδευσης και δια βίου μάθησης σε όλα τα επίπεδα, το οποίο αποσκοπεί στην πλήρη ανάπτυξη των ανθρώπινων δυνατοτήτων, την αίσθηση αξιοπρέπειας και αυτοεκτίμησης των ΑμεΑ καθώς και την ενίσχυση του σεβασμού για τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και την ανθρώπινη ποικιλομορφία.

Η ανάπτυξη της προσωπικότητας, των ταλέντων, των διανοητικών, κοινωνικών και σωματικών δεξιοτήτων επιτυγχάνεται για τα ΑμεΑ όταν δεν αποκλείονται από το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας, από τη δωρεάν και υποχρεωτική πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, λόγω της αναπηρίας και μπορούν να έχουν πρόσβαση σε μια ποιοτική και ενταξιακή εκπαίδευση όλων των βαθμίδων.

Ορισμός: Ως Ειδική Εκπαίδευση ορίζεται η εύλογη προσαρμογή που παρέχεται και τα μέτρα που λαμβάνονται για την υποστήριξη που απαιτείται για τα ΑμεΑ, εντός του εκπαιδευτικού συστήματος προκειμένου να διευκολύνεται η εκπαίδευσή τους.

Τα αποτελεσματικά εξατομικευμένα μέτρα υποστήριξης παρέχονται σε περιβάλλοντα που μεγιστοποιούν την κοινωνική και ακαδημαϊκή ανάπτυξη, είτε σε Σχολικές Μονάδες Γενικής Εκπαίδευσης με τις ανάλογες προσαρμογές, είτε σε Σχολικές Μονάδες Ειδικής Εκπαίδευσης και συμπεριλαμβάνουν βοηθητικές εναλλακτικές μεθόδους επικοινωνίας, καθώς και τη χρήση κατάλληλων εκπαιδευτικών μέσων, τεχνικών και υλικού.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ – ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο για την Ειδική Εκπαίδευση στην Ελλάδα, ο ν.3699/2008, θεωρήθηκε αρχικά ικανοποιητική βάση διαλόγου διότι, παρά τα κενά και τις ελλείψεις που παρουσίαζε, κατοχύρωνε θεσμικά για πρώτη φορά την υποχρεωτικότητα της Ειδικής Εκπαίδευσης ως θεμελιώδες δικαίωμα, εξισώνοντας τους μαθητές με αναπηρία με αυτούς που έχουν τυπική ανάπτυξη. Επίσης είχε μια ενταξιακή φιλοσοφία δίνοντας έμφαση στη λειτουργία των Τμημάτων Ένταξης (Τ.Ε.) και κάνοντας εκτενή αναφορά στην Παράλληλη Στήριξη (Π.Σ.) αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητά της και ορίζοντας προδιαγραφές για την υλοποίηση της. Τέλος προέβλεπε τη στελέχωση των Σχολικών Μονάδων Ειδικής Αγωγής κι Εκπαίδευσης (ΣΜΕΑΕ) και των Τ.Ε., από εκπαιδευτικούς με εξειδίκευση ανά κατηγορία, θέτοντας τις κατάλληλες επιστημονικές βάσεις για την, κατά το δυνατόν, αποτελεσματικότερη εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.

Δυστυχώς όμως, στην πράξη αποδείχτηκε ότι ο νόμος αυτός δεν εφαρμόστηκε ποτέ επί της ουσίας (όπως και ο προηγούμενος νόμος για την Ειδική Αγωγή, ο ν.2817/2000), αρχικά γιατί δεν υπήρχε σχεδιασμός για την υποστήριξή του με την έκδοση των προβλεπόμενων Προεδρικών Διαταγμάτων και κανονιστικών εγκυκλίων που θα ρύθμιζαν επιμέρους ζητήματα, και στη συνέχεια εξ’ αιτίας της δεινής οικονομικής κατάστασης στην οποία περιήλθε η χώρα, καθιστώντας την Ειδική Εκπαίδευση ένα από τα πεδία στα οποία υφίσταται σοβαρό έλλειμμα στο σχεδιασμό και την υλοποίηση πολιτικής και δράσεων λόγω της δημοσιονομικής προσαρμογής.

Δεκάδες μαθητές με αναπηρία βρίσκονται εκτός εκπαιδευτικού πλαισίου, ενώ εκατοντάδες μαθητές με αναπηρία εντάσσονται σε ένα, δύο, και σε αρκετές περιπτώσεις, σε πολύ περισσότερους μήνες μετά την έναρξη της σχολικής χρονιάς, εξ΄ αιτίας της ελλιπούς στελέχωσης των ΣΜΕΑΕ, τόσο σε εκπαιδευ-τικό, όσο και σε ειδικό βοηθητικό προσωπικό.

Ακόμη και στις σχολικές μονάδες (ΣΜΕΑΕ) που έχουν συμπεριλάβει όλους τους εγγεγραμμένους μαθητές, συχνά συρρικνώνεται το ωράριο ως έσχατη λύση για να μην παραμένουν τα παιδιά στο σπίτι.

Ο αριθμός των ΣΜΕΑΕ δεν επαρκεί για να καλύψει το συνολικό αριθμό των μαθητών με αναπηρία, κυρίως στην περιφέρεια,

Οι εγκεκριμένες Π.Σ. είναι σημαντικά λιγότερες από αυτές που χρειάζονται για να καλυφθεί το σύνολο των πραγματικών αναγκών Παράλληλης Στήριξης μαθητών με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες που έχουν ή μπορούν να ενταχθούν σε σχολικές μονάδες της Γενικής Εκπαίδευσης.

Το ίδιο και στις ΣΜΕΑΕ, που οι οργανικές θέσεις των εκπαιδευτικών σε σχέση με τις πραγματικές λειτουργικές ανάγκες είναι επίσης κατά πολύ λιγότερες, ενώ στις περιπτώσεις που καλύπτονται από αναπληρωτές αυτό γίνεται με πάρα πολύ μεγάλη καθυστέρηση.

Το ίδιο ισχύει και για τα Τ.Ε. και την Π.Σ., όπου οι τοποθετήσεις των αναπλη-ρωτών εξαρτώνται απόλυτα (και σε χρόνο υλοποίησης και σε πλήθος) από τις πιστώσεις που εγκρίνονται, οι οποίες δεν είναι ίδιες για κάθε σχολική χρονιά (με αποκορύφωμα το σχολικό έτος 2012-2013, κατά το οποίο δημιουργήθηκαν δυσαναπλήρωτα κενά με τραγικές συνέπειες για τους μαθητές με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες).

Όπως λοιπόν προκύπτει από τα παραπάνω, στην Ελλάδα, το θεμελιώδες, συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της υποχρεωτικής δημόσιας εκπαίδευσης για τα ΑμεΑ παραβιάζεται κατάφορα και η θεσμοθέτησή του από το ν.3699/2008 δεν επαρκεί για να μετουσιωθεί σε πράξη. Ως εκ τούτου , οποιοδήποτε νομοθέτημα προκύψει στο μέλλον που θα αφορά στην Ε.Ε.. δεν θα πρέπει να προβλέπει την έκδοση Προεδρικών Διαταγμάτων και Κανονιστικών Εγκυκλίων προκειμένου να κατοχυρώνεται η υποχρεωτικότητά της.

Επιπρόσθετα, το ότι δεν υπάρχουν αντίστοιχα μεταπτυχιακά προγράμματα στα Α.Ε.Ι. της χώρας, το ότι δεν υλοποιούνται σεμινάρια εξειδίκευσης για τους εν ενεργεία εκπαιδευτικούς (ιδιαίτερα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης), δεδομένης της κατάργησης των Διδασκαλείων Ειδικής Αγωγής, αλλά και το ότι η τοποθέτηση εξειδικευμένων εκπαιδευτικών ανά κατηγορία που προβλέπεται από το νόμο και που θα εξασφάλιζε την κατάλληλη επιστημονική υποστήριξη των μαθητών, σχεδόν παντελείς έλλειψη αναλυτικών προγραμμάτων ανά κατηγορία (ειδικά στη β/θμια εκπ/ση), οι ελλείψεις στην απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή, η έλλειψη σύγχρονων σταθμισμένων εργαλείων αξιολόγησης καθώς και τα διαρκή προβλήματα που προκύπτουν στις μετακινήσεις των μαθητών με αναπηρία, διαμορφώνουν το πραγματικό τοπίο που επικρατεί στην δημόσια Ειδική Εκπαίδευση στη χώρα μας σήμερα.

Μία πραγματικότητα που δηλώνει ότι η δημόσια Ειδική Εκπαίδευση στην Ελλάδα, διαθέτει ένα θεσμικό πλαίσιο ανεφάρμοστο, το οποίο και εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται απλά ως ένα φιλόδοξο σχέδιο (εάν όχι ευχολόγιο), με αποτέλεσμα να έχουμε για τα παιδιά μας, για τα άτομα με Αυτισμό, με Νοητική Αναπηρία, με Σύνδρομο Down, με Εγκεφαλική Παράλυση, για όλα τα άτομα με αναπηρία, μία Εκπαίδευση που όχι μόνο υποχρεωτική και ανεμπόδιστη δεν μπορεί να θεωρηθεί, αλλά αγγίζει τα όρια της παραβίασης των θεμελειοδέστερων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Με αυτά τα δεδομένα και με γνώμονα το ότι το υπέρτατο δημόσιο αγαθό της εκπαίδευσης πρέπει να είναι προσβάσιμο και ποιοτικό προς όλους τους πολίτες, για να μπορούμε να έχουμε κάποια στιγμή και μία ουσιαστική κοινωνική ποιότητα, η ΠΟΣΓΚΑμεΑ διατυπώνει ένα σύνολο θέσεων – προτάσεων για το σύνολο της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Τέλος, θεωρούμε απαραίτητο να θεσμοθετηθεί αυτό το συνολικό πλαίσιο προτάσεων από το Υπουργείο Παιδείας, το οποίο ταυτόχρονα, θα πρέπει να αξιοποιήσει κάθε οικονομικό και ανθρώπινο πόρο ώστε να λειτουργήσει άμεσα το πλαίσιο αυτό, όπως αναλύεται πιο κάτω ανά βαθμίδα εκπαίδευσης.

ΘΕΣΕΙΣ-ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ Π.Ο.Σ.Γ.Κ.Α.μεΑ. ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΒΑΘΜΙΔΩΝ ΤΩΝ ΑΤΟΜΩΝ με ΑΝΑΠΗΡΙΕΣ
ΣΜΕΕ (Σχολικές Μονάδες Ειδικής Εκπαίδευσης)
Οι Σχολικές Μονάδες Ειδικής Αγωγής Εκπαίδευσης (ΣΜΕΑΕ) μετονομάζονται σε Σχολικές Μονάδες Ειδικής Εκπαίδευσης (ΣΜΕΕ) προκειμένου να τονίζεται ο εκπαιδευτικός χαρακτήρας της δομής και να μην παραπέμπει στο παρωχημένο Ιατρικό μοντέλο.

Τα παιδιά με αναπηρία, εγγράφονται και φοιτούν σε ΣΜΕΕ μετά από πρόταση του ΚΕΔΔΥ, του Σχολικού Συμβούλου και με τη σύμφωνη γνώμη του γονέα.

Για τα μεγάλα αστικά κέντρα ενδείκνυται η ίδρυση εξειδικευμένων ΣΜΕΕ ανά κατηγορία αναπηρίας προκειμένου να εφαρμόζονται ανάλογα αναλυτικά προγράμματα, να υπάρχει η απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή και η στελέχωση από εξειδικευμένο προσωπικό.

Για όλες τις ΣΜΕΕ, είτε είναι εξειδικευμένα ανά κατηγορία είτε απευθύνονται σε άτομα με βαριές αναπηρίες γενικά (βαρύς αυτισμός, βαριά νοητική αναπηρία, πολλαπλές αναπηρίες), απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη του μέγιστου αποτελέσματος στην εκπαίδευση των μαθητών με αναπηρία που φοιτούν σε αυτές είναι:

α. η κατάρτιση σύγχρονων Αναλυτικών Προγραμμάτων Εκπαίδευσης ανά κατηγορία αναπηρίας και ανά βαθμίδα εκπαίδευσης,

β. η χρήση κι εφαρμογή αντίστοιχων αξιόπιστων, σταθμισμένων εργαλείων αξιολόγησης,

γ. η έμφαση στην εκπαίδευση σε καθημερινές δεξιότητες αυτοεξυπηρέτησης, αλληλεπίδρασης και κοινωνικοποίησης και

δ. ο αριθμός των μαθητών να μην ξεπερνάει τους πέντε ανά τμήμα, ενώ θα πρέπει να τοποθετείται και δεύτερος εκπαιδευτικός ή βοηθός άλλης σχετικής ειδικότητας (φροντιστής κ.λ.π) όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο.

Οι ΣΜΕΕ στελεχώνονται από μόνιμο, οργανικά τοποθετημένο εκπαιδευτικό προσωπικό, προκειμένου να υπάρχουν σταθερά πρόσωπα αναφοράς που αποδεδειγμένα διευκολύνουν την εκπαίδευση των μαθητών με βαριές αναπηρίες και αξιοποιούν την εμπειρία που έχει αποκτηθεί, κρίνεται επίσης υποχρεωτική η στελέχωσή της από ειδικό βοηθητικό προσωπικό (ΕΒΠ-φροντιστές, ανάλογα με τον αριθμό των μαθητών που φοιτούν στη ΣΜΕΕ και το επίπεδο υποστήριξης που χρειάζονται), ένα νοσηλευτή, ένα ψυχολόγο, ένα κοινωνικό λειτουργό, εργοθεραπευτή και λογοθεραπευτή, ενώ, όλες οι ΣΜΕΕ είναι αυτονόητο ότι θα πρέπει να πληρούν τις προδιαγραφές προσβασι-μότητας στο δομημένο περιβάλλον.

Σε όλους τους μαθητές με αναπηρία και/ή ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες παρέχονται τα τεχνικά βοηθήματα και η υλικοτεχνική υποδομή που τεκμηριωμένα συμβάλλουν στην επίτευξη των εκπαιδευτικών στόχων και καθιστούν την εκπαιδευτική διαδικασία μια μέθοδο ανάπτυξης της προσωπικότητας, των ταλέντων και της δημιουργικότητάς τους. Στις περιπτώσεις των τμημάτων των ΣΜΕΕ που φοιτούν μαθητές με αυτισμό δύναται να διευθετείται ο χώρος σύμφωνα με τις προδιαγραφές σύγχρονων εκπαιδευτικών προσεγγίσεων, και συγκεκριμένα οι προδιαγραφές της δομημένης εκπαίδευσης, που αποδεδειγμένα συμβάλλει στην καταστολή του άγχους και την αποφυγή ακραίων συμπεριφορών.

Στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση εντάσσεται και η διετής, υποχρεωτική φοίτηση στο Νηπιαγωγείο, για την προσχολική ηλικία, ενώ η φοίτηση των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες πραγματοποιείται στα Ειδικά Νηπιαγωγεία ή σε Τ.Ε. ή με Π.Σ. στα Γενικά Νηπιαγωγεία, με τις ίδιες προϋποθέσεις, προδιαγραφές και σχεδιασμό όπως αναφέρεται παραπάνω. Τα αναλυτικά προγράμματα, οι εκπαιδευτικοί στόχοι και η αξιολόγηση κάθε μαθητή, καθορίζονται από την ηλικία του.

Ως ειδική προσχολική εκπαίδευση αναγνωρίζεται και η Πρώιμη Παρέμβαση που οργανωμένα και δομημένα πραγματοποιείται είτε από φορείς ΝΠΔΔ (λ.χ. Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα), είτε από φορείς ΝΠΙΔ μη Κερδοσκοπικού χαρακτήρα και παρέχουν ανάλογες υπηρεσίες ολιστικής πρώιμης παρέμβασης από τη βρεφική ηλικία . Η Πρώιμη Παρέμβαση αναγνωρίζεται ως προνήπιο.

Τέλος, προβλέπεται η διεύρυνση ωραρίου και η εφαρμογή του θεσμού του Ολοήμερου Σχολείου και στις ΣΜΕΕ, όπως ισχύει, άλλωστε, και για τα σχολεία Γενικής Εκπαίδευσης.

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Εστιάζοντας στην ένταξη και κοινωνικοποίηση των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, αλλά και στο μαθησιακό / γνωστικό εκπαιδευτικό κομμάτι, επιδιώκεται η φοίτηση σε Σχολικές Μονάδες Γενικής Εκπαίδευσης είτε σε Τμήματα Ένταξης (Τ.Ε.), είτε ενισχύοντας το θεσμό της Παράλληλης Στήριξης (Π.Σ.).

Υπογραμμίζεται ότι, Τ.Ε. και Π.Σ. είναι οι πλέον ενδεδειγμένοι τρόποι εκπαι-δευτικής υποστήριξης μαθητών με αναπηρία στην περιφέρεια και σε περιοχές που δεν υπάρχει επαρκής αριθμός μαθητών ΑμεΑ για την ίδρυση ΣΜΕΕ.

Στην περίπτωση εφαρμογής Τ.Ε. ή Π.Σ. σε αναπλήρωση εκπαιδευτικού πλαισίου, που δεν μπορεί λόγω προδιαγραφών,να υλοποιηθεί πχ αριθμός μαθητών, τότε οι συνθήκες υλοποίησης και λειτουργίας αυτών (Τ.Ε. ή Π.Σ.) θα γίνεται με βάση τις εκπαιδευτικές ανάγκες του μαθητή και όχι την προβλεπόμενη από το νόμο λειτουργία (Παράδειγμα: Μαθητής που χρήζει φοίτησης σε συνθήκες Τ.Ε. δηλ εκτός της κοινής τάξης και λόγω έλλειψης άλλων μαθητών για την ίδρυση Τ.Ε. , υποστηρίζεται με Π.Σ. εντός της Τάξης Πρέπει η Π.Σ. να εφαρμόζεται για διδασκαλία και εκτός της τάξης (η Υπ.Απ. ορίζει εκτός μόνο για κοινωνικές δεξιότητες και όχι για διδασκαλία) καλύπτοντας την ανάγκη του μαθητή να διδάσκεται εκτός αυτής. Άλλως η παροχή Π.Σ. καταντά όχι μόνο αναποτελεσματικό αλλά και πλαίσιο επιβάρυνσης για τον μαθητή!).

Άτομα με μέση Νοητική Αναπηρία, Ήπιο ή Μέσο Αυτισμό, Κινητικές ή Αισθητηριακές Αναπηρίες δύνανται να φοιτούν σε ολιγομελή Τ.Ε. στο Γενικό Σχολείο, βέβαια, με τις απαιτούμενες προσαρμογές στο δομημένο περιβάλλον, την ανάλογη υλικοτεχνική υποδομή και πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες.

Ο εκπαιδευτικός του Τ.Ε. θα πρέπει να έχει την απαραίτητη, τεκμηριωμένη εξειδίκευση, ενώ απαραίτητη προϋπόθεση είναι η κατάρτιση Αναλυτικού Προγράμματος, η εξατομικευμένη προσέγγιση κάθε μαθητή, καθώς και το κατάλληλο εκπαιδευτικό υλικό (ενδεικτικά: για μαθητές με προβλήματα όρασης η γνώση της BRAILLE, για τους μαθητές με προβλήματα ακοής η Νοηματική καθώς και οι εναλλακτικές μέθοδοι επικοινωνίας, εναλλακτικά κείμενα, προσβάσιμοι Η/Υ κ.λ.π.).

Σε περιπτώσεις μαθητών με κινητική αναπηρία και αυτισμό, κρίνεται απαραίτητη η παρουσία συνοδού – φροντιστή.

Οι μαθητές με αναπηρία που φοιτούν σε Τ.Ε. παρακολουθούν μαθήματα του γενικού προγράμματος των τάξεων των συνομιλήκων τους, σύμφωνα με τις δυνατότητες τους με διαφοροποιημένη διδασκαλία. Το είδος της εξέτασης καθορίζεται ανάλογα με τις μαθησιακές δυσκολίες του μαθητή (ύστερα από πρόταση του Σχολικού Συμβούλου, των ΚΕΔΔΥ και με τη σύμφωνη γνώμη του εκπαιδευτικού του Τ.Ε.). Η ύλη της εξέτασης αντιστοιχεί στην διαφοροποι-ημένη διδαχθείσα ύλη.

Για τους μαθητές που, σύμφωνα με την πρόταση του Σχολικού Συμβούλου, του ΚΕΔΥΥ μπορούν να ενταχθούν στη Γενική Εκπαίδευση με Π.Σ., τοποθετείται εκπαιδευτικός με εξειδίκευση, που η επάρκειά του τεκμηριώνεται είτε από μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών είτε από προϋπηρεσία και παρακολούθηση επιμορφωτικών προγραμμάτων, ενώ η Π.Σ. ισχύει για όλη τη διάρκεια της φοίτησης του μαθητή στη συγκεκριμένη βαθμίδα εκπαίδευσης και καταργείται (ομοίως με την έγκρισή της) με εισήγηση του ΚΕΔΔΥ, του Σχολικού Συμβούλου.

Η αντιμετώπιση των μαθητών με δυσκολίες μάθησης στο επίπεδο του κοινού Γενικού αναλυτικού προγράμματος, προτείνεται να γίνεται μέσα από προσαρμογές του μαθησιακού κλίματος και τροποποιήσεις συγκεκριμένων καθηκόντων και δραστηριοτήτων, ενώ για το ίδιο το αναλυτικό πρόγραμμα, η ισορροπία ανάμεσα στους κοινούς γενικούς στόχους και τους στόχους του Α.Π.Ε. (ή Ε.Ε.Π) μπορεί να διατηρηθεί είτε με επιπρόσθετη υποστήριξη του κάθε μαθητή είτε με μερική ή και ολική τροποποίηση του αναλυτικού προγράμματος είτε με την δημιουργία πλήρους ή μερικού ειδικού αναλυτικού προγράμματος. (Beveridge, (1999:70-75)» (Εξειδικευμένη Εκπαιδευτική Υποστήριξη για ένταξη μαθητών με αναπηρία ή/και με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες Επιχειρησιακό πρόγραμμα Υπουργείου Παιδείας ΕΣΠΑ 2007-2013, σελ38).

Αναφορικά με την πρόσληψη αναπληρωτών εκπαιδευτικών της Ειδικής Εκπαίδευσης, θα πρέπει να αναφέρεται στη λίστα αναπληρωτών η όποια εξειδίκευση ή προϋπηρεσία σύμφωνα με τα παραπάνω ανά κατηγορία αναπηρίας και να επιλέγονται οι εκπαιδευτικοί αυτοί ανάλογα με την περίπτωση που θα πρέπει να καλύψουν.

Η αξιολόγηση των μαθητών που φοιτούν σε Γενικά Σχολεία, είτε σε Τ.Ε. είτε με Π.Σ., καθώς και ο καθορισμός των εκπαιδευτικών στόχων για την περαιτέρω πορεία του μαθητή, πραγματοποιούνται από ειδική επιτροπή αποτελούμενη από το διευθυντή του σχολείου, το δάσκαλο της τάξης, τον εκπαιδευτικό της Π.Σ. ή τον εκπαιδευτικό υπεύθυνο του Τ.Ε., στελέχη του ΚΕΔΔΥ, ενημερώ-νεται ο ατομικός φάκελος του μαθητή , που παραμένει ο ίδιος σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και συμπληρώνεται κατά τη διάρκεια της φοίτησης του μαθητή ώστε να υπάρχουν όλες οι απαραίτητες πληροφορίες για το εκπαιδευτικό του προφίλ ακόμη και όταν αλλάζει το πλαίσιο φοίτησης. Για τα στοιχεία του ατομικού φακέλου του μαθητή και των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης ενημερώνεται ο γονέας.

Η εισήγηση του κατάλληλου εκπαιδευτικού πλαισίου θα γίνεται με βάση τα ανωτέρω από το ΚΕΔΔΥ όπως ισχύει.(Ν.3699/2008 άρθρα.4)

Κατά την διαδικασία αξιολόγησης του μαθητή για την διαμόρφωση της εισήγησης του κατάλληλου εκπαιδευτικού πλαισίου προσκαλείται εγγράφως ο γονέας ή ο κηδεμόνας του μαθητή με αναπηρία και με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, προκειμένου να διατυπώσει τις απόψεις του. Προς επικύρωση των απόψεών του δύναται, να καταθέσει εγγράφως εισηγήσεις εμπειρογνωμόνων και άλλων αρμόδιων υπηρεσιών και φορέων όπως ΙΠΔ, ΚΨΥ. Η άποψη του γονέα ή κηδεμόνα δεν είναι δεσμευτική. Στην τελική εισήγηση του ΚΕΔΔΥ υποχρεωτικά θα γίνεται αναφορά των παραπάνω εισηγήσεων. Όταν υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ των γνωματεύσεων των ΚΕΔΔΥ και των ανωτέρω εισηγήσεων για τον ίδιο μαθητή, οι γονείς έχουν δικαίωμα προσφυγής σε πενταμελή Δευτεροβάθμια ΕΔΕΑ, που συγκροτείται μέσα σε διάστημα 30 ημερών από το έγγραφο αίτημα τους προς τον Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης, ο οποίος είναι αρμόδιος για την συγκρότησή της με απόφαση του σύμφωνα με τα ισχύοντα κατά το άρθρο 5πργρ 4.Ν.3699/2008.

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Οι μαθητές με αυτισμό υψηλής λειτουργικότητας, ελαφρά νοητική αναπηρία, κινητικές ή αισθητηριακές αναπηρίες φοιτούν στα Γενικά Σχολεία β’ βάθμιας Εκπαίδευσης, με συνοδό για τις περιπτώσεις που κρίνεται απαραίτητο, γίνονται οι παρεμβάσεις που εξασφαλίζουν την κτιριακή προσβασιμότητα, προβλέπεται η ψηφιοποίηση και απλοποίηση-προσαρμογή του αναλυτικού προγράμματος με τρόπο κατανοητό που ανταποκρίνεται στις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες του μαθητή, ενώ η εξέταση και η αξιολόγηση-βαθμολόγηση ορίζεται ανάλογα με τις δυνατότητες του μαθητή, όπως αυτές τεκμηριώνονται από τις γνωμοδοτήσεις του ΚΕΔΔΥ και του Σχολικού Συμβούλου.

Τόσο στις περιπτώσεις μαθητών με Αυτισμό Υψηλής Λειτουργικότητας, όσο και στους μαθητές με άλλες κατηγορίες αναπηρίας που φοιτούν σε Τ.Ε. και Π.Σ. στα Σχολεία β/θμιας εκπαίδευσης, η εξέταση και η βαθμολόγηση γίνεται από προσωπικό που γνωρίζει τις ιδιαιτερότητες κατανόησης, τον τρόπο αναδιατύπωσης του θέματος ή διευκρίνησης με τον τρόπο που ο μαθητής αντιλαμβάνεται. Η εξεταζόμενη ύλη αντιστοιχεί στην διδαχθείσα ύλη στον μαθητή κατά το σχολικό έτος και όχι σε διδαχθείσα ύλη των συμμαθητών του την οποία ο ίδιος δεν διδάχθηκε.

Ιδρύονται και λειτουργούν Τμήματα Π.Σ. ή Ενισχυτικής Διδασκαλίας για την καλύτερη υποστήριξη των μαθητών με αναπηρία, καθώς και για τις περιοχές εκείνες της περιφέρειας που δεν υπάρχουν ΣΜΕΕ β’ βαθμίδας.

Οι εκπαιδευτικοί που τοποθετούνται στα Τμήματα αυτά είναι κατά προτεραιότητα αυτοί που έχουν εξειδίκευση από επιμορφώσεις, μεταπτυχι-ακούς τίτλους σπουδών ή σχετική προϋπηρεσία, ενώ οι εκπαιδευτικοί που υποστηρίζουν εκπαιδευτικά μαθητές με προβλήματα όρασης ή ακοής, έχουν τις σχετικές πιστοποιήσεις στη γραφή BRAILLE και στην Ελληνική Νοηματική αντίστοιχα από τους αναγνωρισμένους αρμόδιους φορείς (ΠΣΤ, ΟΜΚΕ κ.λ.π.).

Οι πίνακες των αναπληρωτών εκπαιδευτικών αναφέρουν τη συγκεκριμένη εξειδίκευση ανά κατηγορία και επιλέγονται με βάση αυτή την εξειδίκευση και όχι τη σειρά προτεραιότητας.

Τέλος, σε όλες τις ΣΜΕΕ β’ βαθμίδας, καταρτίζονται αναλυτικά προγράμματα εκπαίδευσης για κάθε κατηγορία αναπηρίας, ενώ το μάθημα της Αυτόνομης Διαβίωσης και της Αγωγής Υγείας για τους μαθητές με αναπηρία. πραγματοποιούνται στα πλαίσια του εκπαιδευτικού προγράμματος από την α’ τάξη του Ειδικού Γυμνασίου μέχρι και την γ’ τάξη του Ειδικού Λυκείου.

ΕΕΕΕΚ – ΤΕΕ
Για τους μαθητές με βαριές αναπηρίες, που αδυνατούν να φοιτήσουν στα Σχολεία Γενικής Εκπαίδευσης, προβλέπεται η υποχρεωτική και χωρίς διακρίσεις λόγω των δυσκολιών που απορρέουν από την αναπηρία τους, φοίτησή τους σε ΤΕΕ και ΕΕΕΕΚ που έχουν σαφή επαγγελματικό προσανατολισμό ή/ και συνέχιση της πρωτοβάθμιας ειδικής εκπαίδευσης προκειμένου να αποφεύγεται η αναστολή όλων των κατακτημένων ή αναδυόμενων δεξιοτήτων που αποτέλεσαν τους στόχους της εκπαίδευσης τους μέχρι την παρούσα φάση (έτσι ώστε να αποφεύ-γεται ο εγκλεισμός στο σπίτι που οδηγεί στον κοινωνικό αποκλεισμό και στην έκ-πτωση του βαθμού λειτουργικότητας τους) και καταρτίζονται αναλυτικά προ-γράμματα, ανά κατηγορία αναπηρίας, που εστιάζουν στην ανάπτυξη κοινωνικών και προεπαγγελματικών δεξιοτήτων των μαθητών που φοιτούν σε ΕΕΕΕΚ και ΤΕΕ.

Η επιλογή του εκπαιδευτικού πλαισίου γίνεται όπως και στις υπόλοιπες βαθμίδες εκπαίδευσης σύμφωνα με την εισήγηση του ΚΕΔΔΥ λαμβάνοντας υπόψη τη σύμφωνη πρόταση του Σχολικού Συμβούλου, κατά την διαδικασία που περιγράφεται ανωτέρω .

Στα μεγάλα αστικά κέντρα που λειτουργούν ΣΜΕΕ εξειδικευμένες ανά κατηγορία αναπηρίας, προβλέπεται η ίδρυση και λειτουργία αντίστοιχων ΕΕΕΕΚ, ενώ στις περιοχές που καλύπτεται το σύνολο των μαθητών με αναπηρία από το ίδιο ΕΕΕΕΚ, θα πρέπει οι μαθητές να χωρίζονται σε τμήματα, με μέγιστο αριθμό μαθητών τους επτά, ανάλογα με τις ειδικές εκπαιδευτικές τους ανάγκες και όχι ανάλογα με την ηλικία τους (με αυτό τον τρόπο διευκολύνεται η εφαρμογή των ανά κατηγορία αναλυτικών προγραμμάτων καθώς επίσης και η τοποθέτηση εκπαιδευτικών με εξειδίκευση που τεκμηριώνεται με μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών, συμμετοχή σε επιμορφωτικά προγράμματα, προϋπηρεσία κ.λ.π.), ενώ στις περιπτώσεις που κρίνεται απαραίτητο προβλέπεται η παρουσία βοηθού στην τάξη κατά τη διάρκεια τις διδασκαλίας, που θα αποτελεί και το σταθερό πρόσωπο αναφοράς, δεδομένου ότι στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση δεν υπάρχει ένας μόνο εκπαιδευτικός, αλλά διαφορετικοί ανάλογα με το γνωστικό αντικείμενο.

Έμφαση στα αναλυτικά προγράμματα και τους εκπαιδευτικούς στόχους της δευτεροβάθμιας ειδικής εκπαίδευσης, δίνεται στις προεπαγγελματικές και επαγγελματικές δεξιότητες καθώς και στις δεξιότητες αυτόνομης διαβίωσης. Τα μαθήματα Γενικής Παιδείας που καταλαμβάνουν το ένα τρίτο του ωρολογίου προγράμματος θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένα και εξατομικευμένα στις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών ανά κατηγορία και το υπόλοιπο πρόγραμμα να καλύπτεται από τα μαθήματα Ειδικότητας (λ.χ. Κηπουρική, Πηλοπλαστική, Πληροφορική κ.ο.κ), ενώ το μάθημα της Αυτόνομης Διαβίωσης και της Αγωγής Υγείας να πραγματοποιείται σε όλες τις τάξεις των Ε.Ε.Ε.Ε.Κ., Τ.Ε.Ε α΄ και β΄ Βαθμίδας και στο Ειδικό Γυμνάσιο. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να επιτευχθεί η σύνδεση μεταξύ εκπαίδευσης, απασχόλησης και διαβίωσης στην κοινότητα, με στόχο τη διασύνδεση της δημόσιας εκπαίδευσης με την κατάρτιση και την απασχόληση των ΑμεΑ, για την επίτευξη της οποίας θα πρέπει να ιδρυθούν και να λειτουργήσουν προστατευμένα εργαστήρια απασχόλησης από το Υπουργείο Εργασίας (ΟΑΕΔ), με ανάλογο αντικείμενο με αυτό στο οποίο εξειδικεύονται οι μαθητές κατά τη διάρκεια της φοίτησης τους στα ΕΕΕΕΚ και ΤΕΕ, προκειμένου να μην οδηγούνται οι απόφοιτοι σε κατ' οίκον εγκλεισμό μετά το εικοστό δεύτερο έτος της ηλικίας τους.

Η αξιολόγηση του μαθητή μέσα στο σχολικό περιβάλλον καθώς και ο καθορισμός των εκπαιδευτικών στόχων για την περαιτέρω εξέλιξη του μαθητή πραγματοποιείται από το διευθυντή του σχολείου, τη διεπιστημονική ομάδα των διαφόρων ειδικοτήτων και στελέχη του ΚΕΔΔΥ .Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης κοινοποιούνται εγγράφως στο γονέα .

Τέλος, κρίνεται απαραίτητη η στελέχωση των ΕΕΕΕΚ και ΤΕΕ από μόνιμο, οργανικά τοποθετημένο εκπαιδευτικό προσωπικό όλων των ειδικοτήτων με εξειδίκευση στην Ειδική Εκπαίδευση (και όπου δεν καθίσταται δυνατό από εκπαιδευτικούς β/θμιας εκπαίδευσης, να τοποθετούνται δάσκαλοι Ειδικής Αγωγής), από ψυχολόγο, κοινωνικό λειτουργό, ειδικό βοηθητικό προσωπικό (ΕΒΠ-φροντιστές), νοσηλευτή, εργοθεραπευτή και λογοθεραπευτή, ενώ απαραίτητη είναι και η διαβάθμιση των –αδιαβάθμητων μέχρι σήμερα- απολυτήριων τίτλων των ΤΕΕ α’ και β’ βαθμίδας όπως αντίστοιχα έχει ήδη γίνει για τα ΕΕΕΕΚ, καθώς επίσης και η ίδρυση και λειτουργία γραφείων διασύνδεσης μεταξύ αποφοίτων και αγοράς εργασίας - απασχόλησης τόσο στα ΤΕΕ όσο και στα ΕΕΕΕΚ.

ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΑμεΑ
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση πλέον έχει την ευθύνη της μετακίνησης των μαθητών ΑμεΑ από και προς τα δημόσια σχολεία όλων των βαθμίδων σε όλη τη χώρα, όμως το Υπουργείο Παιδείας έχει την ευθύνη της παρακολούθησης των μετακινήσεων των μαθητών ΑμεΑ α/θμιας και β/θμιας εκπαίδευσης, σε συνεργασία με το συναρμόδιο Υπουργείο Εσωτερικών, έχοντας μάλιστα επιτελικό ρόλο στη διασφάλιση της ανεμπόδιστης συμμετοχής των μαθητών στην εκπαιδευτική διαδικασία.

Στα πλαίσια αυτά θα πρέπει σε επίπεδο Περιφέρειας και Δήμου να διασφαλίζεται η ασφαλής και απρόσκοπτη μετακίνηση των μαθητών με Αναπηρία, με προσβάσιμα μεταφορικά μέσα και προσωπικό συνοδείας μαθητών σε κάθε ένα μεταφορικό μέσω, από και προς τις σχολικές μονάδες που φοιτούν σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και μάλιστα με τέτοιον τρόπο ώστε να μην επιβαρύνονται επιπλέον οικονομικά οι γονείς και οι οικογένειες των μαθητών αυτών.

ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Πραγματοποιούνται οι εύλογες προσαρμογές σε όλα τα ΑΕΙ και ΑΤΕΙ, προκειμένου να διευκολύνεται η φοίτηση των ατόμων με κινητικές ή αισθητηριακές αναπηρίες (προσβάσιμα συγγράματα, ηλεκτρονική προσβασι-μότητα ΑΑΑ, διερμηνείς νοηματικής, κτιριακή υποδομή κ.λ.π.). Στις ειδικές κατηγορίες που εισάγονται με το 5%, άνευ εξετάσεων συμπεριλαμβάνονται και οι μαθητές με σύνδρομο Asperger (αυτισμός υψηλής λειτουργικότητας).

Για την ίδια κατηγορία φοιτητών αποδεσμεύεται η δυνατότητα μετεγγραφής από εισοδηματικά κριτήρια, δεδομένης της αδυναμίας τους να επιβιώσουν σε περιβάλλον νέο, μακριά από οικείους που τους στηρίζουν στην κοινωνική τους ένταξη, ενώ η εξέταση των συγκεκριμένων φοιτητών πραγματοποιείται σε χώρο ανάλογο προς τις ενδεχόμενες αισθητηριακές ιδιαιτερότητές τους, εποπτευόμενοι από προσωπικό που γνωρίζει τις ιδιαιτερότητες κατανόησης που έχουν οι φοιτητές αυτοί βάσει και της αναπηρίας τους.

Προβλέπεται η δημιουργία μεταπτυχιακών προγραμμάτων εξειδίκευσης στις Διάχυτες Αναπτυξιακές Διαταραχές, το επιστημονικό πλαίσιο και οι προδιαγραφές των οποίων ορίζονται από το Υπουργείο, ώστε να συγκλίνουν με τους στρατηγικούς στόχους και την εκπαιδευτική πολιτική που θέλει να ασκήσει, με ρητή σύσταση και δέσμευση εφαρμογής τεκμηριωμένων μεθόδων (TEACCH, Ανάλυση Συμπεριφοράς, Αισθητηριακή ολοκλήρωση κ.λ.π).

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΕΓΓΡΑΦΕΣ ΦΟΙΤΗΤΩΝ – ΜΕΛΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΑμεΑ

Υποψήφιοι φοιτητές με γονείς, τέκνα, αδέλφια, συζύγους που πάσχουν από Νοητική Αναπηρία, Αυτισμό, Σύνδρομο Down, Βαριές και Πολλαπλές Αναπηρίες με ποσοστό αναπηρίας άνω του 67% να έχουν το δικαίωμα υπαγωγής τους στις ειδικές περιπτώσεις υποψηφίων που εισάγονται στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση με το σύστημα της ποσόστωσης του 5%.

Οι φοιτητές που είναι γονείς ή αδέλφια ατόμων με Αυτισμό, Νοητική Αναπηρία, Σύνδρομο Down, Εγκεφαλική Παράλυση και Βαριές – Πολλαπλές Αναπηρίες με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, να δικαιούνται μετεγγραφής στο αντίστοιχο εκπαιδευτικό ίδρυμα του τόπου διαμονής τους, προκειμένου να διασφαλίζεται η ενότητα της οικογένειας που έχει στη φροντίδα της άτομο με βαριά αναπηρία και να αποφεύγεται το επιπλέον κόστος που προκύπτει από την αλλαγή τόπου διαμονής, καθώς επιβαρύνει την ήδη βεβαρημένη οικονομική κατάσταση της οικογένειας που απορρέει από τη φροντίδα του συγκεκριμένου ατόμου.

ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
Αναφορικά με τους εκπαιδευτικούς με αναπηρία, υιοθετούνται οι θέσεις του εθνικού αναπηρικού κινήματος, σύμφωνα με τις οποίες, η αναπηρία του εκπαιδευτικού θα πρέπει να είναι συμβατή με την υποστήριξη των εκπαιδευτικών αναγκών του μαθητή και όχι σε μεγαλύτερο ποσοστό του 20% (προς αποφυγήν της γκετοποί-ησης), ενώ οι εκπαιδευτικοί με αναπηρία θα πρέπει να είναι ενταγμένοι σε ενιαίο πίνακα επιλογής τοποθετήσεων, ώστε να μπορούν ισότιμα με όλους τους συναδέλφους τους να διδάσκουν και σε σχολεία γενικής εκπαίδευσης. Οι προσλή-ψεις πραγματοποιούνται μέσω Α.Σ.Ε.Π . με μοριοδότηση ανά κατηγορία .

Στις προκηρύξεις προσλήψεων εκπαιδευτικού προσωπικού, ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού, βοηθητικού και ειδικού βοηθητικού προσωπικού, η ιδιότητα του γονέα ατόμου με αναπηρία (ανεξάρτητα εάν έχει ένα ή περισσότερα τέκνα) θα πρέπει να μοριοδοτείται όπως μοριοδοτούνται και οι πολύτεκνοι στις προκηρύξεις πρόσληψης προσωπικού του Υπουργείου Παιδείας.
Π.Ο.Σ.Γ.Κ.Α.μεΑ.

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια