Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

Αθηναϊκά Χριστούγεννα, μισό αιώνα πριν

Δεν υπάρχει τίποτε πιο θλιβερό σ αυτόν τον κόσμο από το να ξυπνάς τα Χριστούγεννα το πρωί και να μην είσαι παιδί"...

είχε γράψει πριν από αρκετά χρόνια μια Αμερικανίδα αρθρογράφος και, φυσικά, είχε δίκιο.
Επειδή όμως δεν είναι εφικτό να αποφύγουμε την πραγματικότητα, μπορούμε να γυρίσουμε 51 χρόνια πίσω στην Αθήνα των Χριστουγέννων του 1961, όταν κάποιοι από εμάς ήταν παιδιά, κάποιοι......
ήταν αγέννητοι, αλλά όλοι ήταν πιο αθώοι...
Οι πρώτοι που βιάζονταν να φέρουν το χριστουγεννιάτικο κλίμα στην πόλη ήταν οι έμποροι, που συναγωνίζονταν στο ποιος θα είχε την πιο λαμπερή βιτρίνα, που θα δελέαζε μικρούς και μεγάλους. Ο στολισμός ολοκληρωνόταν στα τέλη Νοεμβρίου, αλλά η κίνηση ξεκινούσε στα μέσα Δεκεμβρίου, όπως σήμερα.
Οι δρόμοι που έδιναν το χριστουγεννιάτικο τόνο στην αγορά ήταν οι οδοί Ερμού και Σταδίου, όπου στην πρώτη ξεχώριζαν τα καταστήματα γυναικείων ειδών. "Παπαγιάννη", "Σινάνη" και "Αλεξανδράκη" για τα ακριβά εγγλέζικα μάλλινα και κασμίρια και ο "Πάλλης" για τα χαρτικά, ενώ στη δεύτερη κυριαρχούσαν οι "Στρογγυλός" για ανδρικά ρούχα, "Καλογήρου" για παπούτσια και η "Πανελλήνιος Αγορά" για παιχνίδια.
Στο Κολωνάκι υπήρχαν ελάχιστα καταστήματα, όπως ο "Μοσχούτης" με παπούτσια και το "Jade" με γυναικεία ρούχα.
Τα παραπάνω μαγαζιά, βέβαια, αποτελούσαν προνόμιο των υψηλών βαλαντίων, με τους περισσότερους να επιλέγουν για τις χριστουγεννιάτικες αγορές την οδό Αιόλου και τα γύρω της στενά, με τους μικροπωλητές να δημιουργούν εορταστικό κλίμα προσιτής αφθονίας.Οι άνδρες περιορίζονταν στις προμήθειες για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι στη Βαρβάκειο Αγορά, επιλέγοντας γαλοπούλα οι προνομιούχοι και το προσιτό κοτόπουλο οι υπόλοιποι.
Τα καταστήματα έμεναν ανοιχτά μέχρι αργά το βράδυ, αφού η εργασία των έξι ημερών άφηνε
ελάχιστο χρόνο για τα ψώνια της τελευταίας στιγμής, που, όταν ολοκληρώνονταν, αρκετοί κατέληγαν, εξαντλημένοι και παραπονούμενοι για την πολυκοσμία που συνάντησαν στου "Zonar's" και στον "Φλόκα" για καφέ και γλυκό ή για λουκουμάδες σε "Ρωσικόν", "Κρίνο" και "Αιγαίον".
Στο Ζάππειο εκείνη τη χρονιά, είχε στηθεί, από τις 17 Δεκεμβρίου μέχρι τις 7 Ιανουαρίου, εορταστικό σκηνικό διασκέδασης που περιελάμβανε κινηματογραφική και θεατρική σκηνή, Άι-Βασίληδες, Λούνα παρκ, δώρα και παιχνίδια, ενώ ο ρυθμός δινόταν από την μπάντα του Δήμου Αθηναίων, που ξεκινούσε ξημερώματα από την οδό Αιόλου για να μεταφέρει το χαρμόσυνο μήνυμα της Γέννησης του Θεανθρώπου στους δρόμους της πόλης.
Στους ..ευνοημένους των Εορτών περιλαμβάνονταν και οι τροχονόμοι της εποχής, αφού τότε υπήρχε η συνήθεια των δώρων προς εκείνους που ρύθμιζαν το αυξανόμενο κυκλοφοριακό χάος. Εταιρίες αλλά και πολλοί ιδιώτες άφηναν στις υπερυψωμένες βάσεις, στις οποίες κάθονταν οι εργαζόμενοι στο συμπαθή κλάδο, από ψυγεία και κουζίνες μέχρι ρούχα, ποτά, φαγητά και γλυκά, τα οποία, αφού αρχικά συγκεντρώνονταν, στη συνέχεια παραδίδονταν στους τυχερούς
έπειτα από κλήρωση.
Στο εορταστικό κλίμα και ο Τύπος με τα εξώφυλλα των περιοδικών να έχουν αποκλειστικά χριστουγεννιάτικα θέματα, στα πανηγυρικά γεμάτα διαφημίσεις τεύχη, ενώ οι εφημερίδες αφιέρωναν την πρώτη τους σελίδα σε πίνακες με τη Γέννηση του Κυρίου, ενώ τα κύρια άρθρα και χρονογραφήματά τους αναφέρονταν στη βαρύτητα της ημέρας για τη Χριστιανοσύνη. Στις εσωτερικές σελίδες κυριαρχούσαν ιερατικά κείμενα, συνταγές για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, συμβουλές για δώρα και ψώνια και τα συνήθη παράπονα για την έλλειψη χιονιού.
Στα σπίτια, τα μέσα στολισμού ήταν ελάχιστα σε σχέση με σήμερα, αλλά περίσσευαν το κέφι, το μεράκι και η ευρηματικότητα.
Λίγα χρωματιστά φώτα, μια γιρλάντα, το Χριστουγεννιάτικο δέντρο στολισμένο με πολύχρωμα κεριά και κουκουνάρια και κάποιος ξεφούσκωτος Άι-Βασίλης αποτελούσαν επαρκή εορταστική διακόσμηση.
Στο γιορτινό τραπέζι με το λινό τραπεζομάντιλο κυριαρχούσαν το χριστόψωμο, το κρασί και το λικέρ, ενώ πολλές φορές οι ...προμήθειες κατέφθαναν από την  επαρχία, συνήθως μέσω των σταθμών Λαρίσης και Πελοποννήσου, λιγότερο μέσω των υπεραστικών λεωφορείων και σπανιότερα μέσω των ελάχιστων ιδιωτικών αυτοκινήτων.
Και όσο κι αν σήμερα ακούγεται δύσκολο, ναι, η συνήθως πολυμελής οικογένεια δεν χρειαζόταν δίπορτα ψυγεία και καταψύκτες για να συντηρήσει τα εορταστικά φαγώσιμα, αρκούμενη σε μικρά ψυγεία πάγου ή σπανιότερα, σε ηλεκτρικά.
Ακόμη η ύπαρξη τηλεφώνου αποτελούσε δείγμα οικονομικής ευμάρειας, με αποτέλεσμα να κυριαρχούν ως μέσο επικοινωνίας με μακρινούς συγγενείς και φίλους οι χριστουγεννιάτικες κάρτες και η - υπό εξαφάνιση σήμερα - αλληλογραφία.
Οι περισσότεροι αρκούνταν στις οικογενειακές συγκεντρώσεις, ενώ οι γλεντζέδες μπορούσαν να διασκεδάσουν στα χριστουγεννιάτικα ρεβεγιόν με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση στη "Μυρτιά" στην οδό Πατησίων και Τροίας ή με τους Μανώλη Χιώτη-Μαίρη Λίντα στον "Κήπο του Μουσείου".
Για τα κάλαντα δεν χρειαζόταν η συνοδεία γονέων, τα παιδιά με το στολισμένο καραβάκι στα χέρια ήταν ευτυχισμένα όταν αμείβονταν μόνο με καρύδια, σταφίδες, κουραμπιέδες και μελομακάρονα.
 Τα ελάχιστα χρήματα που συγκέντρωναν - τα σπίτια άνοιγαν εύκολα την πόρτα τους αφού εθεωρείτο γούρι το να σου πουν πολλά παιδιά τα κάλαντα - οι πιτσιρικάδες πήγαιναν είτε στον κουμπαρά είτε για ...εξαργύρωση στην Αιόλου σε μπάλες, βόλους, τσίγκινα παιχνίδια, κούκλες και παιδικά αναγνώσματα.
Νούμερα:
*   2,3 εκατομμύρια δραχμές κέρδιζε ο υπερτυχερός του πρώτου λαχνού του Λαχείου Συντακτών.*   120 δραχμές κόστιζε το ταμπλ ντοτ στο λαϊκό κέντρο "Μυρτιά", όπου εμφανιζόταν ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης.

*   4-11 βαθμοί Κελσίου η θερμοκρασία την ημέρα των Χριστουγέννων του 1961.
*  11.500 δραχμές κόστιζαν τα ψυγεία των 10 κυβικών ποδών και 9.900 δραχμές των 8, στα καλά καταστήματα.
kbordokas@e-typos.com

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια