Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

Θεοδώρα 500 - 548 Βυζαντινή αυτοκράτειρα

Η Θεοδώρα (περ. 500 - 28 Ιουνίου 548) ήταν Βυζαντινή αυτοκράτειρα και η σύζυγος του διάσημου αυτοκράτορα Ιουστινιανού του Μέγα. Φέρεται ως μία από τις διασημότερες γυναίκες στην παγκόσμια ιστορία και η διασημότερη αυτοκράτειρα του Βυζαντίου. Η περιπέτεια της Θεοδώρας, της αυτοκράτειρας της Κωνσταντινούπολης που από τα παρασκήνια του Ιπποδρόμου ανέβηκε στον θρόνο των Καισάρων, είχε σε κάθε εποχή το προνόμιο να κεντρίζει την περιέργεια και να ερεθίζει τη φαντασία, εξακολουθώντας μέχρι και σήμερα να κεντρίζει το ενδιαφέρον των ιστορικών μελετητών, καλλιτεχνών και αναγνωστικού κοινού.

Περί Προκοπίου
Για τα πρώτα χρόνια της ζωής της οι πληροφορίες προέρχονται από τα «Ανέκδοτα» ή «Απόκρυφη Ιστορία» του Προκόπιου, του επίσημου ιστορικού του Αυτοκράτορα, που δεν τόλμησε ούτε ο ίδιος να δημοσιεύσει, γνωρίζοντας βέβαια τι θα τον περίμενε. Για τον Προκόπιο, η Θεοδώρα αποτελούσε την ενσάρκωση της αδιαντροπιάς, της ακολασίας και της σκληρότητας (αφού έγινε αυτοκράτειρα), δηλαδή ούτε λίγο ούτε πολύ ένα σκάνδαλο με συνεχή εξέλιξη. Μια πόρνη που έγινε Αυτοκράτειρα.
Μάλιστα μια χρονιά είχε βρεθεί στο κρεβάτι το συζυγικό με τον καλύτερο στρατηγό του Ιουστινιανού, αγνώστων λοιπών στοιχείων.
Βιογραφία
Σχετικά με την οικογενειακή της καταγωγή οι πηγές διαφωνούν. Για τον Προκόπιο πατέρας της ήταν ο Ακάκιος, αρκοτρόφος (θηριοφύλακας) των Πρασίνων στον ιππόδρομο. Πεθαίνοντας άφησε τρεις κόρες, την Κομιτώ, τη Θεοδώρα και την Αναστασία. Η μητέρα της ξαναπαντρεύτηκε ελπίζοντας πως ο νέος σύντροφός της θα έπαιρνε τη θέση του μακαρίτη συζύγου της. Όταν οι Πράσινοι έδωσαν τη θέση του Ακακίου σε κάποιον άλλον, τα κορίτσια απευθύνθηκαν στους Βένετους και κέρδισαν την υποστήριξή τους.
Από τότε η Θεοδώρα έγινε φανατική οπαδός αυτού του δήμου.
Έτσι η Θεοδώρα από πολύ μικρή συμμετείχε σε κωμικές παραστάσεις χαμηλού επιπέδου και σύμφωνα με τα λεγόμενα του Προκόπιου ήταν εταίρα.
Για τον μονοφυσίτη χρονογράφο Μιχαήλ Σύριο (12ος αι.) η Θεοδώρα ήταν κόρη κληρικού και ζούσε με ευσέβεια και αγνότητα. Και ο Σύριος εκκλησιαστικός ιστορικός και μονοφυσίτης επίσκοπος Ιωάννης της Εφέσου, προστατευόμενος της Θεοδώρας λέει πως ήταν από το πορνείον: αυτό όμως δεν συνεπαγόταν ότι ήταν πράγματι πόρνη, αλλά ηθοποιός(σκηνική) και ζούσε από το ταλέντο της και το σεξουαλικό και το θεατρικό.
Όμως μερικοί ιστορικοί καταγράφουν σε βιβλία τους ότι το μέρος αυτό, ανήκε στον κύπριο αρκτροτρόφο Αρκάδιο, όπου εκεί συναντήθηκε με τον μεγάλο της έρωτα Ιουστινιανό. Ο Ιωάννης Εφέσου μας πληροφορεί πως είχε παντρευτεί κάποιον από την οικογένεια του αυτοκράτορα Αναστασίου και είχε αποκτήσει μια κόρη.
Όσο ήταν στη σκηνή, μας πληροφορεί ο Προκόπιος, έκανε πολυάριθμες εκτρώσεις αλλά και ένα γιο που ονομάστηκε Ιωάννης, ο οποίος σώθηκε από την παιδοκτονία από τον πατέρα του.
Ο Προκόπιος αναφέρεται σε αυτή με διόλου κολακευτικά σχόλια. Το θέατρο της εποχής για την εκκλησία δεν θεωρούνταν αποδεκτό και το όνομα ηθοποιός ήταν συνώνυμο της πόρνης. 
Ο Προκόπιος αναφέρει επίσης για τη Θεοδώρα τους ρόλους που έπαιζε και πολλές γδυνόταν αφήνοντας μία ποδίτσα στο αιδοίο της ενώ περιφερόταν ανάμεσα στους θεατές, έπειτα κυλιόταν κάτω και την έραναν με κριθάρι κι έβαζαν χήνες που το έτρωγαν.
Αργότερα γνώρισε τον Εκηβόλο (ή Εκηβόλιο), ανώτερο κρατικό υπάλληλο από την Τύρο, και όταν αυτός διορίστηκε διοικητής Πενταπόλεως τον ακολούθησε στην Κυρηναϊκή. Διωγμένη από τον εραστή της βρέθηκε στην Αλεξάνδρεια και από εκεί επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη: 
Τότε τη γνώρισε, γύρω στα 522, ο Ιουστινιανός και την ερωτεύτηκε ο οποίος την γνώρισε σε θεατρική παράσταση που έπαιζε σαν μίμος. 
Την ανύψωσε στο αξίωμα της πατρικίας, δεν μπορούσε όμως να την παντρευτεί εξαιτίας της σφοδρής αντίδρασης που προέβαλλε η αυτοκράτειρα Ευφημία. Μόνο μετά τον θάνατό της μπόρεσε να πείσει τον θείο του, τον αυτοκράτορα Ιουστίνο, να καταργήσει τον παλαιό νόμο που απαγόρευε τον γάμο συγκλητικού με ηθοποιό. Το έργο αυτό της αλλαγής του νόμου ανατέθηκε στον έπαρχο των πραιτωρίων Δημοσθένη.
Την παντρεύτηκε ή το 523 ή το 524.
Η Θεοδώρα και τα γυναικεία δικαιώματα
Η αυτοκράτειρα Θεοδώρα και οι ακόλουθοι της (μωσαϊκό της βασιλικής του Αγίου Βιταλίου)
Ενδείξεις για την ανάμειξη της Θεοδώρας σε Ιουστινιάνειες μεταρρυθμίσεις δεν απουσιάζουν: έτσι στη νεαρά που απαγορεύει την αγορά δημοσίων αξιωμάτων από αξιωματούχους, αναφέρεται πως ο ίδιος ο αυτοκράτορας συμβουλεύτηκε την πιο ευσεβή σύζυγο που δόθηκε από τον Θεό. Η σχετική με το δικαίωμα μιας πατρικίας, ακόμα κι αν πριν ήταν ηθοποιός, να παντρευτεί οποιονδήποτε, νομοθετική ρύθμιση ήταν φωτογραφική για τη Θεοδώρα. Πάντως οι νομοθετικές ρυθμίσεις για τις πόρνες από τον Ιουστινιανό δεν σημαίνουν πως η Θεοδώρα ήταν γι' αυτές η κινητήριος δύναμη, άσχετα από τον απόηχο μίας περί τούτου παράδοσης στα τέλη του 7ου αι. στον Ιωάννη τον επίσκοπο Νικίου στην Αίγυπτο, τον Κόπτη μονοφυσίτη επίσκοπο, ο οποίος την συγκρίνει ως προς το μεταρρυθμιστικό της έργο με τους Ρωμύλο, Νουμά, Καίσαρα και Αύγουστο.

Πολιτική
Ήταν πάντα αφοσιωμένη στους φίλους της, όπως ο στρατηγός Ναρσής, δεν συγχωρούσε όμως όσους θεωρούσε απειλή για την επιρροή της. Θύματα της ήταν ο τρανός στρατηγός Βελισάριος που έπεσε στη δυσμένεια της αυτοκράτειρας, και ο ανώτερος οικονομικός υπάλληλος Ιωάννης Καππαδόκης, ο οποίος παρά τις ικανότητές του και τις υπηρεσίες που είχε προσφέρει στο αυτοκρατορικό ταμείο έχασε το 541 τη θέση του.
Η Θεοδώρα και η Εκκλησία
Λιγότερο αποτελεσματική υπήρξε η παρέμβασή της στα εκκλησιαστικά πράγματα. Η Θεοδώρα κατά το διάστημα της παραμονής της στην Αλεξάνδρεια ήρθε σε επαφή με μονοφυσιτικούς κύκλους και περιέβαλλε με την προστασία της ηγετικές μορφές του μονοφυσιτισμού όπως ο Σεβήρος Αντιοχείας και ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεοδόσιος. Όταν ο τελευταίος καθαιρέθηκε από τον θρόνο του, η Θεοδώρα τον φιλοξένησε στην πρωτεύουσα σε κάποιο από τα παλάτια της και του επέτρεψε να χειροτονήσει μονοφυσίτες επισκόπους οι οποίοι στάλθηκαν στην Ανατολή. Ένας απ’ αυτούς, ο Ιάκωβος Βαραδαίος, περιπλανήθηκε στις ανατολικές επαρχίες και θεωρείται ιδρυτής της Συριακής Ορθόδοξης Εκκλησίας (Ιακωβιτική Εκκλησία).
Το τέλος
Η Θεοδώρα πέθανε όπως περιγράφει ο Βίκτωρας της Τοννένας από καρκίνο, στις 28 Ιουνίου 548 στην ηλικία των 48. Αργότερα απέδωσαν τον θάνατο στον καρκίνο του μαστού, αν και δεν είχε χαρακτηριστεί ως τέτοιος στην αρχική έκθεση, όπου η χρήση του όρου «καρκίνος» αναφέρεται μάλλον σε «πυώδες έλκος ή κακοήθη όγκο». Το γεγονός ότι της άρεσαν τα πολύωρα λουτρά αποτελεί στοιχείο για τις προσπάθειές της να καταπραΰνει τα συμπτώματα. Το σώμα της θάφτηκε στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων, στην Κωνσταντινούπολη. Το μονόγραμμά της είναι χαραγμένο στα κιονόκρανα της Αγίας Σοφίας. Τόσο η Θεοδώρα όσο και ο Ιουστινιανός έχουν αποτυπωθεί στα λαμπρά ψηφιδωτά της βασιλικής του Αγίου Βιταλίου της Ραβέννας στην Ιταλία, τα οποία ολοκληρώθηκαν ένα χρόνο πριν το θάνατό της.
Διαρκής επίδραση
Η επιρροή της στον Ιουστινιανό ήταν τόσο ισχυρή που μετά τον θάνατό της, εργάστηκε για να φέρει την αρμονία μεταξύ των Μονοφυσιτών και των Χαλκηδονίων Χριστιανών στην αυτοκρατορία, και κράτησε την υπόσχεσή του να προστατεύσει την μικρή κοινότητα των Μονοφυσιτών που πήγαν προσφυγές στο παλάτι του Ορμίσδα. Η Θεοδώρα παρείχε μεγάλη πολιτική υποστήριξη στο υπουργείο του Ιάκωβου Βαραδαίου που είχαν μια προσωπική φιλία, ενώ και ο Diehl αποδίδει τη σύγχρονη ύπαρξη του Ιακωβιτικου Χριστιανισμού εξίσου στον Βαραδαίο και τη Θεοδώρα.
Σ' όλη την αυτοκρατορία, πόλεις ή επαρχίες περηφανεύονταν να παίρνουν, τιμώντας την, το όνομα Θεοδωριάς ή Θεοδωρούπολις. Η Όλβια της Κυρηναϊκής μετονομάστηκε σε Θεοδωριάς προς τιμήν της αυτοκράτειρας Θεοδώρας.

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια