Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

Blueberry Μακρή -Το κορίτσι βατόμουρο: διήγημα για τη διαφορετικότητα

ΠΡΑΓΜΑΤΙκΑ, ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ...ΘΑΥΜΑΣΙΟ ΠΟΛΥ ΤΡΥΦΕΡΟ ΣΥΓΚΙΝΗΤΙΚΟ
Δεν είναι κακό να είσαι διαφορετικός, κακό είναι να μην αγαπάς αυτό που είσαι. 
Κακό είναι να φοβάσαι να αγαπήσεις όσους δεν είναι σαν και εσένα, ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι η καλύτερή σου φίλη μοιάζει με ένα μικρό παράξενο φρούτο ...

«Το κορίτσι – βατόμουρο» (Βραβείο) Σοφία Σταματοπούλου & Μαρία Μπουλή Καλλιτεχνικό Γυμνάσιο Γέρακα Τηλ. 2106616130 Γεια σας. Ονομάζομαι Blueberry Μακρή. Ίσως σας φαίνεται λίγο παράξενο το όνομά μου.... Η αλήθεια, όμως, είναι ότι οι γονείς μου το διάλεξαν, γιατί γεννήθηκα με... μοβ δέρμα. Ακούγεται σίγουρα σαν ταινία επιστημονικής φαντασίας, όμως σας ορκίζομαι ότι αυτή είναι η μόνη και πραγματική αλήθεια. 

Με τα χρόνια έχω συμβιβαστεί απόλυτα με την εικόνα του στρουμπουλού βατόμουρου -αν δεν πρόλαβα να το αναφέρω έχω και μερικά περιττά κιλάκια- το ίδιο και οι γονείς, οι συγγενείς και οι γείτονές μου. Ας πάρουμε, λοιπόν, τα πράγματα από την αρχή. Όλα ξεκίνησαν μια βροχερή νύχτα σε ένα επαρχιακό μαιευτήριο. Την ώρα που η καλή μου μαμά με έφερνε στον κόσμο, μια βροντερή χημική έκρηξη έγινε στο κοντινό εργοστάσιο! Την ίδια στιγμή οι γιατροί, οι νοσοκόμοι και οι βοηθοί τους, παρακολουθούσαν με μάτια γουρλωμένα σαν πιατάκια του καφέ, το πιο παράξενο χρωματιστό μωρό του κόσμου να έρχεται στην ζωή! Όλα μου είχαν ένα χαρούμενο ....μοβ χρωματάκι. Τα χεράκια, τα ποδαράκια, η κοιλίτσα, όλα εκτός (ευτυχώς δηλαδή) από δύο μικρά μαύρα μάτια. 
Μέρα με τη μέρα μεγάλωνα σαν ένα υγιέστατο στρουμπουλούτσικο βατόμουρο. Η μαμά πάντα έλεγε πως ξεσήκωνα στο πόδι όλη τη γειτονιά με τις φωνές και τα γέλια μου. Ήμουν ένα χαρούμενο μωρό κι ένα χαρούμενο μικρό παιδάκι. Ποτέ δεν φαντάστηκα πως είχα κάτι διαφορετικό από τα άλλα πιτσιρίκια που μαζί τους έπαιζα στην παιδική χαρά της γειτονιάς μας. Ούτε ποτέ σκέφτηκα πως το χρώμα μας μάς κάνει καλύτερους ή χειρότερους από τους άλλους ανθρώπους γύρω μας. Γατί, δηλαδή, μήπως η όμορφη ινδιάνα Ποκαχόντας δεν ήταν κόκκινη σαν το μπαρμπούνι, ο σπουδαίος αυτοκράτορας της Κίνας δεν ήταν κίτρινος σαν το λεμόνι και, μήπως και αυτός ακόμη ο φοβερός φύλαρχος του αφρικανικού παραμυθιού δεν ήταν μαύρος κατάμαυρος σαν τον πάτο του τηγανιού μας! 
Ποτέ λοιπόν, μέχρι την τρομερή εκείνη μέρα που θυμάμαι ως την πιο σημαντική της μικροσκοπικής μου ζωής, το χρώμα μου δεν μου φαινόταν κάτι παράξενο. Και ξέρετε ποια ήταν αυτή; Η πρώτη μέρα του σχολείου! Μόλις αντίκρισα για πρώτη φορά τη μεγάλη καγκελόπορτα, τα μάτια μου γούρλωσαν και έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Η αυλή ήταν γεμάτη παιδιά που έτρεχαν και γέλαγαν και έπαιζαν χαρούμενα. Αχ, πότε να μπω κι εγώ μέσα να κάνω φίλους! 
Άνοιξα τη σιδερένια πόρτα και προχώρησα διστακτικά με μικρά βήματα. Και τότε ήρθε η καταστροφή: χιλιάδες μάτια ήταν καρφωμένα πάνω μου και ένα βουητό από ψίθυρους ερχόταν στα αυτιά μου: «Είναι απίστευτο! Το είδατε; Αυτό το κορίτσι είναι μοβ. Μοβ σαν τα βατόμουρα της αυλής!» Ένιωσα τόσο άσχημα... Πρώτη φορά δεν ήμουν περήφανη για τη διαφορετικότητά μου. Και τη στιγμή που ήμουν έτοιμη να το βάλω στα πόδια, μέσα από το πλήθος ξεπροβάλλει μια εικόνα. Ένα κορίτσι πολύ όμορφο, με ολόξανθα μακριά μαλλιά και καταγάλανα μάτια, μου χαμογελά. Η εικόνα της με μαγνητίζει τόσο πολύ που δεν βλέπω ότι το κορίτσι αυτό είναι και αυτό διαφορετικό από τα άλλα. 
Είναι καρφωμένο πάνω σε ένα καροτσάκι που κυλούσε σε δύο μεγάλες ρόδες. Τα πόδια της είναι ακούνητα και σκεπασμένα με μια γαλάζια κουβέρτα. Πόσο τα’ χασα και τρόμαξα! Η μαμά , που ήταν μαζί μου σκύβει και μου εξηγεί τη φοβερή αλήθεια: το κορίτσι αυτό δεν περπατάει, είναι ανάπηρο και σε όλη του την ζωή θα είναι καρφωμένο σε ένα καροτσάκι. 
Πριν προλάβω να συνέλθω το καροτσάκι έφτασε κοντά μου. - Γεια σου! Με λένε Δανάη. Εσένα; Δε μπορούσα να πιστέψω ότι μέσα σε όλα εκείνα τα παιδιά βρέθηκε ένα που δε με κοίταζε σαν κάτι το αξιοπερίεργο. Αναστέναξα ανακουφισμένη και απάντησα με καμάρι: - Blueberry! - Τι ωραίο όνομα! Σου αρέσουν τα βατόμουρα; - Τα λατρεύω! - Κι εγώ. - Ωραία! Λοιπόν, τώρα έχεις ένα ολοζώντανο βατόμουρο μπροστά σου! - Βλέπω πως είσαι περήφανη για τον εαυτό σου. Η μαμά μου πάντα λέει πως πρέπει να αγαπάμε τον εαυτό μας γι αυτό που είμαστε στ’ αλήθεια. Έτσι κι αλλιώς, όλοι είμαστε διαφορετικοί. Αλήθεια, σε ποια τάξη πηγαίνεις; - Στην Α’ Δημοτικού. - Φανταστικά! Τι θα έλεγες να καθόμασταν στο ίδιο θρανίο; - Τι καταπληκτική ιδέα! Έλα, πάμε κιόλας να μπούμε. Ένιωσα αμέσως ότι με τη Δανάη θα γινόμασταν οι καλύτερες φίλες. Εξάλλου, είχαμε και κάτι κοινό : τη διαφορετικότητά μας. Το κουδούνι χτύπησε και όλα τα παιδιά μπήκαν στην τάξη. Μετά από λίγο ήρθε και η δασκάλα μας. 
Ήταν ψηλή και όμορφη με μεγάλα αμυγδαλωτά μάτια και καστανά μαλλιά. Η κυρία Χιονάτη, μου ψιθύρισε γελώντας η καινούρια μου φίλη. Η μέρα κύλησε με τα μαθήματα και τα διαλείμματα και τα υπόλοιπα παιδιά κοίταζαν εμάς τις δύο κοροϊδεύοντας κρυφά. Τα πράγματα θα ήταν πολύ δύσκολα, αν δεν είχαμε η μια την άλλη. 
Γρήγορα έφτασε το μεσημέρι και χτύπησε το κουδούνι για το σχόλασμα. Φτάνοντας στην έξοδο του σχολείου, είδα με χαρά τις μαμάδες μας να έχουν πιάσει ψιλοκουβέντα. Μετά από αρκετές προσπάθειες και παρακάλια, τις πείσαμε να έρθει η Δανάη στο σπίτι μας. Όταν φτάσαμε εκεί, μας καλωσόρισε η γιαγιά μου. Η γιαγιά μου είναι πολύ γλυκιά. Σα γιαγιά από παραμύθι, με τα γυαλάκια της και τη μαγκουρίτσα της. 
Μετά από ώρες παιχνιδιού καθίσαμε σκεφτικές στο δωμάτιό μου και συλλογιζόμασταν πόσο διαφορετικά άραγε θα ήταν τα πράγματα, αν εγώ είχα άλλο χρώμα δέρματος και η Δανάη μπορούσε να περπατήσει. Τότε η φιλενάδα μου είπε με ύφος χαρούμενο : - Ξέρεις ότι το μοβ είναι το αγαπημένο μου χρώμα; - Κι εγώ λατρεύω τα μακριά ξανθά μαλλιά, της αποκρίθηκα χαμογελώντας. Για μια στιγμή δεν ακουγόταν τίποτα. Μόνο οι ανάσες δυο μικρών κοριτσιών τόσο ίδιων και τόσο διαφορετικών ταυτόχρονα. Ύστερα από μερικές στιγμές απόλυτης ησυχίας και, αφού ταξιδέψαμε στα ανεκπλήρωτα όνειρά μας, κοιταχτήκαμε κι αγκαλιάσαμε η μια την άλλη. 
Την επόμενη μέρα στο σχολείο η ...κυρία Χιονάτη μας μίλησε για τα ταλέντα. Κάθε άνθρωπος, είπε, κάνει κάτι ξεχωριστό, καλύτερα από τους άλλους. 
Αυτή η στιγμή ήταν η χειρότερη για μένα. Όλοι παρουσίασαν και μια πρωτότυπη ιδέα, ένα διαφορετικό ταλέντο. Ώσπου έφτασε και η δική μου σειρά. Η δασκάλα με πλησίασε. -Τι λες Blueberry, θα ήθελες να μας δείξεις και εσύ το ταλέντο σου; -Μα,.....εγώ δεν έχω κανένα ταλέντο.... Όλοι άρχισαν να γελούν και να δείχνουν προς το μέρος μου. Μόνο η Δανάη έσκυψε και μου ψιθύρισε λόγια παρηγοριάς. 
Όμως εγώ ήμουν απαρηγόρητη. Το μοβ κορίτσι που δεν είχε ούτε ένα τόσο δα μικρό ταλέντο! Το μόνο που μπορώ να κάνω , σκεφτόμουνα, είναι να μοιάζω απελπιστικά με ένα μικρό παράξενο φρούτο! Όλη την ημέρα προσπαθούσα να πνίξω την ντροπή μου. Όταν πια έφτασα σπίτι, έτρεξα με λυγμούς και κλάματα στο δωμάτιο της γιαγιάς. 
Η γιαγιά με πήρε αγκαλιά και απορημένη ρώτησε: - Τι έπαθες, αστεράκι μου; Φυσώντας και ρουφώντας μανιωδώς τη μύτη μου και με τα δάκρυα να τρέχουν ποτάμια στα μάγουλά μου, της διηγήθηκα την τρομερή ιστορία με το ανύπαρκτο ταλέντο. 
Εκείνη χαμογέλασε, έσκυψε κοντά στο αυτί μου και μου είπε με σιγανή φωνή: -Το ξέρεις ότι τα βατόμουρα μπορούν να κάνουν κάτι καταπληκτικό. Κάτι που κανένας άλλος δεν μπορεί. Είναι μαλακά και ελαστικά σαν το λάστιχο. 
Μπορούν να χοροπηδήσουν τόσο ψηλά και τόσο δυνατά που κανένας άλλος δεν μπορεί. Τα λόγια της γιαγιάς δεν μου έδωσαν μόνο κουράγιο, αλλά μου άναψαν ταυτόχρονα και τη φαντασία. Θα χοροπηδούσα, λοιπόν , τόσο σπουδαία και τόσο δυνατά που θα τους άφηνα όλους με το στόμα ανοιχτό. Θα άνοιγα τα χέρια μου και θα έκλεινα σε μια σφιχτή αγκαλιά τη Δανάη , την όμορφη φίλη μου και θα την έκανα να πετάξει ψηλά μαζί μου στον ουρανό. 
Τι κι αν τα δικά της πόδια την προδίδουν. Εγώ θα γίνω τα φτερά που θα την σηκώσουν από την μεταλλική καρέκλα της και θα πηδήξουμε αγκαλιασμένες όσο ψηλά φτάνει το μάτι! Με τέτοιες σκέψεις και γεμάτη χαρά, εγώ, το στρουμπουλό βατόμουρο, έφτασα τρέχοντας και λαχανιάζοντας στο σχολείο. 
Το κουδούνι χτύπησε, τα παιδιά μπήκαν στην τάξη έτοιμα να αρχίσουν ξανά τις κοροϊδευτικές γκριμάτσες. Μόλις η δασκάλα ρώτησε αν είχα ετοιμάσει κάτι, έτρεξα ση μέση της τάξης με ανυπομονησία. Πήρα μια βαθιά ανάσα και άρχισα τα ακροβατικά κόλπα. Παρόλο που συνέχισα ακάθεκτη, ήξερα καλά από μέσα μου ότι μου είχαν κοπεί τα πόδια από το άγχος. Τελικά η συμβουλή της γιαγιάς έπιασε και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία. Τα πράγματα πήγαν ακριβώς όπως τα είχα σχεδιάσει. Οι συμμαθητές μου έμειναν άφωνοι. 
Αυτό, όμως, που πήγε πραγματικά καλά, ήταν η αντίδραση της καλής μου φίλης! Τα μάτια της λάμπανε. Χοροπηδώντας ασταμάτητα, την πλησίασα γεμάτη ενθουσιασμό. Πιστεύετε στα θαύματα, σε αυτά που γίνονται μόνο στα όνειρα μας; 
Άνοιξα τα χέρια μου και άρπαξα την αγαπημένη μου, γλυκιά φίλη γερά. -Κράτα με σφιχτά και μην φοβάσαι τίποτα! Το βατόμουρο είναι εδώ και θα πετάξουμε μαζί ψηλά μέχρι το ταβάνι της τάξης, φώναξα συνεπαρμένη. Και τότε κάποια μυστική δύναμη έκανε τη Δανάη να σηκωθεί στα αδύναμα πόδια της. Με τρέμουλο έκανε δειλά ένα βήμα. 
Κι ύστερα άλλο ένα, κι άλλο και… όλη η τάξη και η δασκάλα μαζί και τα παιδιά, όλοι άρχισαν να χειροκροτούν και να κλαίνε. - Ζήτω! Ζήτω η Blueberry! Ζήτω η Δανάη! Γιατί, να το ξέρετε, μπορεί κάποιος να είναι διαφορετικός, μπορεί να μοιάζει με στρουμπουλό μοβ βατόμουρο, μπορεί να μην μπορεί να περπατήσει, όμως, όλοι κρύβουμε μια δύναμη και έναν σπουδαίο εαυτό μέσα μας. Δεν είναι κακό να είσαι διαφορετικός, κακό είναι να μην αγαπάς αυτό που είσαι. Κακό είναι να φοβάσαι να αγαπήσεις όσους δεν είναι σαν και εσένα, ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι η καλύτερή σου φίλη μοιάζει με ένα μικρό παράξενο φρούτο ... 

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια