Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

Ποντάρουμε ελληνικά

Είναι νοστιμότερες, ανθεκτικότερες, ελληνικές. Εντεκα παραδοσιακές ποικιλίες που αντέχουν στο χρόνο και στα υβρίδια, και τις οποίες η πολιτεία οφείλει να στηρίξει.
Παρά τη φήμη που θέλει τα ελληνικά κηπευτικά να έχουν εξαιρετική γεύση και άρωμα και καμία σχέση με αυτά της βόρειας Ευρώπης, η αλήθεια είναι πως τα τελευταία χρόνια τα λαχανικά που....

τρώμε -ειδικά στην Αθήνα- έχουν προέλθει σε μεγάλο ποσοστό από εισαγόμενους σπόρους-υβρίδια. Τα υβρίδια είναι σπόροι που δημιουργούνται από γεωπόνους, ώστε να συνδυάζουν χαρακτηριστικά δύο ή και περισσότερων ποικιλιών, με σκοπό να δημιουργηθεί μια τρίτη με βελτιωμένα χαρακτηριστικά. Μάλιστα, πολλές φορές οι εταιρείες που τα παράγουν «μιμούνται» τα χαρακτηριστικά ελληνικών ποικιλιών, προσπαθώντας να επωφεληθούν από το εκτόπισμα που αυτές έχουν στην ελληνική αγορά.

Οι ποικιλίες είναι ακόμα εδώ!
Παρά την επέλαση των υβριδίων, όμως, υπάρχουν ακόμα ελληνικές ποικιλίες που διασώθηκαν γιατί «έχουν καθιερωθεί στη συνείδηση των παραγωγών και των καταναλωτών», όπως τονίζει ο κ. Φώτιος Μπλέτσος, ερευνητής του ΕΘΙΑΓΕ (Εθνικό Ιδρυμα Αγροτικών Ερευνών) στο κέντρο Γεωργικής Ερευνας Βορείου Ελλάδος. Ποικιλίες που οι ερευνητές σε όλη την Ελλάδα έχουν διαφυλάξει και βελτιώσει και οι οποίες έχουν τη δυνατότητα να δώσουν προϊόντα με μοναδικά ποιοτικά χαρακτηριστικά που θα έχουν προστιθέμενη αξία.

Φυσικά, χρειάζεται κάποιος φορέας να τις προωθήσει και διαφημίσει και στο εξωτερικό ή σε τουριστικές περιοχές της χώρας ως εξαιρετικά ελληνικά προϊόντα που άντεξαν στο χρόνο και στις πιέσεις των υβριδίων. Η πολιτεία έχει πολλά να κερδίσει υποστηρίζοντας προϊόντα που βασίζονται σε ελληνικές ποικιλίες, καθώς όλη η «δουλειά» γι' αυτά γίνεται εδώ, από την παραγωγή του σπόρου ώς την παραγωγή του προϊόντος. Το ίδιο συμφέρον έχουμε και εμείς ως καταναλωτές, καθώς τα ελληνικά κηπευτικά από ελληνικές ποικιλίες γίνονται καλύτερα και νοστιμότερα. Οσοι έχουν δοκιμάσει την τσακώνικη μελιτζάνα, το θρακιώτικο πεπόνι ή την μπάμια Πυλαίας ξέρουν.

Δεν είναι, όμως, μόνο αυτά. Ζητήσαμε από τον ερευνητή του ΕΘΙΑΓΕ Αθανάσιο Τσιβελίκα, σε συνεργασία και με άλλους ερευνητές, να μας προτείνουν ελληνικές ποικιλίες κηπευτικών στις οποίες θα μπορούσαμε να «ποντάρουμε» και εμπορικά, εφόσον διαθέτουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.

Να σημειώσουμε ότι στο ίδρυμα οφείλεται η διατήρηση και η βελτίωση πολλών ελληνικών ποικιλιών που έχουν τα κατάλληλα παραγωγικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά για να καλλιεργηθούν από τους παραγωγούς.
Ντομάτα Αρετή
Πρόκειται για ποικιλία ντομάτας που έχει κάποια μετασυλλεκτική διάρκεια, αντέχει δηλαδή περίπου μία εβδομάδα μετά τη συγκομιδή και άρα μπορεί να μεταφερθεί και να φτάσει σε πιο μακρινές αγορές. Αν συλλεγεί πράσινη όσο ωριμάζει, νερουλιάζει, όπως συμβαίνει με πολλές ελληνικές ποικιλίες ντομάτας. Εχει υψηλά ποιοτικά χαρακτηριστικά, γεύση και άρωμα και προσαρμόζεται εύκολα στα διάφορα εδάφη και στις συνθήκες καλλιέργειας, όπως για παράδειγμα η υδροπονική (τα φυτά μεγαλώνουν μέσα σε διάλυμα όπου οι παραγωγοί προσθέτουν όλα τα συστατικά που χρειάζονται για την ανάπτυξή τους σε συγκεκριμένες δόσεις).
Θρακιώτικο πεπόνι
Ασφαλώς οι περισσότεροι θα έχουμε «πετύχει» στους πάγκους των λαϊκών, εκεί περίπου στα μέσα Αυγούστου, αυτό το παράξενο κίτρινο - πράσινο φρούτο με την πτυχωτή επιφάνεια. Καλλιεργούνταν στις περιοχές του Εβρου και τελευταία καλλιεργείται ολοένα και περισσότερο. Εκτός από τη γλυκιά γεύση, ένα σημαντικό χαρακτηριστικό του είναι η αντοχή έως και δύο μήνες μετά τη συλλογή, γι' αυτό και λέγεται και χειμωνιάτικο πεπόνι. «Είναι το είδος του πεπονιού που οι γιαγιάδες κρατούσαν σαν γλύκισμα για τα εγγόνια τους πρώτους μήνες του κρύου. Με σωστή συντήρηση αντέχει έως του Αγίου Δημητρίου», λέει ο κ. Τσιβελίκας. «Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή την ποικιλία για τα πεπόνια που καταναλώνονται στα ξενοδοχεία τους φθινοπωρινούς μήνες, όπου τώρα καταναλώνονται πεπόνια εισαγωγής».
ΜΕΛΙΤΖΑΝΑ ΜΑΚΡΙΑ ΜΑΥΡΗ
Μελιτζάνα Λαγκαδά
Είναι ιδιαίτερα γνωστή κυρίως στη βόρεια Ελλάδα και οι καταναλωτές την αναγνωρίζουν και την προτιμούν. Μακρόστενη μελιτζάνα με σκούρο ιώδες χρώμα, που σχεδόν λαμπυρίζει όταν έχει ωριμάσει. Είναι πολύ παραγωγική ποικιλία και ανθεκτική στη βερτισιλλίωση, μια ασθένεια που οφείλεται σε μύκητα του εδάφους που μπαίνει στο βλαστό και ξεραίνει το φυτό. Επίσης μεγαλώνει γρήγορα και άρα προλαβαίνει τα αγριόχορτα που αναπτύσσονται στο χωράφι.

Μπάμια Πυλαίας
Για να αναπτυχθεί θέλει ζέστη (έχει έρθει από την Αφρική) ή, όπως λένε οι επιστήμονες, είναι ένα θερμοαπαιτητικό φυτό. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η μπάμια δεν είναι ένα λαχανικό ιδιαίτερα γνωστό στη βόρεια Ευρώπη. Το μειονέκτημά της, όμως, θα μπορούσε να μετατραπεί σε πλεονέκτημα αν την πλασάραμε ως προϊόν «ντελικατέσεν». Η συγκεκριμένη ποικιλία -το 50% της μπάμιας που καλλιεργείται στην Ελλάδα είναι από αυτήν- μπορεί να βοηθήσει, γιατί δίνει καρπό τρυφερό, ομοιόμορφο με συγκεκριμένο μέγεθος. Δεν είναι τυχαίο ότι οι παραγωγοί την προτιμούν.

Αργίτικο πεπόνι
Ενα ακόμα πεπόνι γνωστό ως «χειμωνιάτικο», δεδομένου ότι ωριμάζει στα μέσα Αυγούστου και επίσης διατηρείται για αρκετό χρονικό διάστημα μετά τη συγκομιδή. Φέτος καλλιεργήθηκε με επιτυχία και σε θερμοκήπιο, οπότε έκανε την εμφάνισή του στην αγορά από τις αρχές του καλοκαιριού. Το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτής της ποικιλίας είναι το μέγεθος του καρπού. Ενα φυτό δίνει 3 - 4 πεπόνια αργίτικα, ενώ ένα φυτό που παράγει τα γνωστά στρογγυλά πεπόνια (galia ή τύπου galia) δίνει από 6 έως 12 καρπούς ομοιόμορφους, μικρούς, στρογγυλούς, που χωράνε σε ένα τελάρο και μεταφέρονται εύκολα. Η δύναμή του όμως, εκτός από τη μεγάλη διάρκεια διατήρησης, είναι η διαφορετικότητά του που το κάνει μοναδικό.
Μελιτζάνα Τσακώνικη
Συγκεντρώνει την προτίμηση των καταναλωτών στη νότια Ελλάδα και καλλιεργείται κυρίως στην Πελοπόννησο.
Προσαρμόζεται εύκολα σε όλα τα περιβάλλοντα καλλιέργειας.
Είναι επίσης μακρόστενη ποικιλία που βγαίνει στις αρχές Ιουλίου, αλλά η σάρκα της έχει ιώδεις γραμμές.
Το θετικό είναι ότι οι παραγωγοί που θα την προτιμήσουν θα εξασφαλίσουν πολύ καλή παραγωγή.
Πιπεριά Π-13
Είναι μακρόστενη με χρώμα ανοιχτοπράσινο και λεπτή φλούδα, ιδανική για τηγάνι.

Πιπεριά Π-14
Κιτρινοπράσινη πιπεριά τύπου Bell για γέμισμα. Εχει γλυκιά γεύση και λεπτή φλούδα. Καλλιεργείται ευρέως σε θερμοκήπια και έχει υψηλές αποδόσεις.

Λαχανοκομικό φασόλι Ζαργάνα Χρυσούπολης
Ενα νόστιμο φρέσκο φασόλι χωρίς καθόλου ίνες, κάτι που βολεύει καταναλωτές και παραγωγούς, επειδή μπορούν να συλλέγουν τους καρπούς σε πιο αραιά χρονικά διαστήματα, χωρίς να φοβούνται ότι θα υπερωριμάσουν και άρα θα έχουν περισσότερες ίνες.

Πιπεριά Πλατίκα Φλωρίνης
Η γνωστή μας πιπεριά Φλωρίνης σε βελτιωμένη έκδοση. Κυρίως κυκλοφορεί σε μεταποιημένη μορφή, αλλά τελευταία πωλείται και ως φρέσκια. Χρησιμοποιείται επίσης για την παρασκευή γλυκιάς πάπρικας.

Πιπεριά Σταυρός, Πιπεριά Μυτερό
Δύο πιπεριές ιδανικές για να παρασκευάσουμε τουρσί. Η πρώτη μακρόστενη και η δεύτερη πιο στρογγυλή. Συγκομίζονται μικρές, τότε που καίνε όσο πρέπει και είναι ακόμα πράσινες. Γιατί όλες οι πιπεριές, όταν ωριμάσουν, κοκκινίζουν.

ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΓΙΑ ΜΟΝΑΔΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ
Οι τοπικές, παραδοσιακές ποικιλίες έως πριν από λίγο καιρό δεν αναγνωρίζονταν επισήμως στο πλαίσιο της Ε.Ε., παρόλο που από αυτές παράγονται μοναδικά προϊόντα, όπως η φάβα και το ντοματάκι Σαντορίνης ή τα φασόλια Πρεσπών. Στην αρχή του χρόνου ένας νέος κανονισμός, που καθορίζει τους όρους προστασίας και διαφύλαξης αυτού του πολύτιμου γενετικού υλικού, ανοίγει παράλληλα την πόρτα και στην προώθηση των αντίστοιχων προϊόντων.
Πρόκειται για ποικιλίες που οι ίδιοι οι παραγωγοί έχουν διατηρήσει εδώ και πολλά χρόνια, γιατί έχουν κάποια χαρακτηριστικά που ταιριάζουν στις συνθήκες ενός συγκεκριμένου τόπου. Το ντοματάκι Σαντορίνης, για παράδειγμα, καταφέρνει να δώσει καρπό χωρίς νερό στις έντονα ξηροθερμικές συνθήκες που επικρατούν στο νησί. Η φάβα Σαντορίνης, που πρόσφατα αναγνωρίστηκε ως Προϊόν Ονομασίας Προέλευσης, παράγεται από συγκεκριμένο φυτό που ευδοκιμεί μόνο στη Σαντορίνη.
Ομως οι ποικιλίες αυτές δεν έχουν τα χαρακτηριστικά που θα τους εξασφάλιζαν μια θέση στον εθνικό κατάλογο ποικιλιών και κατ' επέκταση στον ευρωπαϊκό, απαραίτητος όρος για να επιτρέπονται η παραγωγή και η πώληση σπόρων για παραγωγή προϊόντων.
Για να εγγραφεί μια ποικιλία σε αυτόν τον κατάλογο, απαιτούνται δοκιμές τουλάχιστον δύο ετών, ενώ πρέπει να διαθέτει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, όπως ομοιομορφία των καρπών που αποδίδει και σταθερότητα. Οι ερευνητές εξηγούν ότι είναι πιο εύκολο να εγγράψει κανείς στον κατάλογο ένα υβρίδιο παρά μια ποικιλία.
Ωστόσο ένας νέος κανονισμός της Ευρωπαϊκής Ενωσης καθορίζει το ρυθμιστικό πλαίσιο για την προστασία και αναπαραγωγή αυτών των ποικιλιών που μπορούν να αναπαράγονται σε τοπικό επίπεδο. «Οι τοπικές ποικιλίες θα πρέπει να καλλιεργούνται σε συγκεκριμένο τόπο, εκεί όπου ανέπτυξαν τα χαρακτηριστικά τους για τα οποία επελέγησαν από τους παραγωγούς», τονίζει ο ερευνητής του ΕΘΙΑΓΕ Αθανάσιος Τσιβελίκας. «Πρέπει να ξεκαθαριστεί ποιος είναι αυτός που θα διατηρεί την παραδοσιακή ποικιλία και θα την προφυλάσσει από τις προσμείξεις», συμπληρώνει.
Πάντως ο νέος κανονισμός, προσφέροντας ένα νομοθετικό πλαίσιο στις παραδοσιακές ποικιλίες, ανοίγει την πόρτα στην παραγωγή μοναδικών προϊόντων σε τοπικό επίπεδο.
καθημερινη

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια