Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

Carlos Fuentes 1928-2012 Μεξικανός μυθιστοριογράφος

Ο Κάρλος Φουέντες Μασίας (Πόλη του Παναμά, 11 Νοεμβρίου 1928 - 15 Μαΐου 2012) ήταν ένας από τους πιο γνωστούς μεξικανούς μυθιστοριογράφους και δοκιμιογράφους. Ανάμεσα στα πιο γνωστά του έργα: Αύρα, Ο θάνατος του Αρτέμιο Κρουζ, Terra nostra.
Του απονεμήθηκε το Βραβείο Θερβάντες το 1987.
Βιογραφία:
Ο Κάρλος Φουέντες γεννήθηκε στον Παναμά, όπου ο πατέρας του υπηρετούσε ως μέλος του μεξικανικού διπλωματικού σώματος. Στη δεκαετία του '30, ο πατέρας του διορίστηκε πρέσβης του Μεξικού στις Ηνωμένες Πολιτείες, με έδρα την Ουάσινγκτον. Στην Πόλη του Παναμά ο νεαρός Φουέντες σπούδασε ιστορία και γεωγραφία του Μεξικού. Θα περνούσαν αρκετά χρόνια για να γνωρίσει το Μεξικό από κοντά. Στο μεταξύ έζησε στο Σαντιάγκο τη Χιλής, το Μπουένος Άιρες, όπου δέχθηκε την επιρροή σημαντικών προσωπικοτήτων των λατινοαμερικάνικων γραμμάτων, όπως ο Πάμπλο Νερούδα και ο Νταβίδ Αλφάρο Σικέιρος.
Στο Μεξικό, ο Φουέντες πήγε στα 16 του χρόνια και εισήχθη στην προπαρασκευαστική τάξη για το Κολλέγιο. Ξεκίνησε να εργάζεται ως συνεργαζόμενος δημοσιογράφος με το περιοδικό "Hoy" και κέρδισε την πρώτη θέση στο λογοτεχνικό διαγωνισμό του Κολλεγίου Φρανσές Μορέλος. Αργότερα πήρε τον πτυχίο της Νομικής από το Πανεπιστήμιο UNAM. Το 1950 ταξίδεψε στην Ευρώπη, όπου έκανε σπουδές Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης.
Το 1954 δημοσίευσε τα πρώτα του διηγήματα με τίτλο Οι μασκαρεμένες μέρες. Μαζί με τον Εμανουέλ Καρμπάγιο διηύθυνε την "Revista Mexicana de Literatura" (Μεξικανική Επιθεώρηση Λογοτεχνίας), ενώ μαζί με τους Βίκτορ Γκονσάλες Ολέα και Ενρίκε Γκονσάλες Πεδρέρο διηύθυνε το περιοδικό "El Espectador" (Ο Θεατής).
Ο Κάρλος Φουέντες περιέγραψε στο μυθιστόρημά του Η πιο διαυγής περιοχή το Μεξικό των δεκαετιών του '40 και του '50. Επέστρεψε στην περιγραφή του Μεξικού, αυτή τη φορά των δεκαετιών του '80 και του '90, στο μυθιστόρημα Κριστόμπαλ Νονάτο.
Στη δεκαετία του '60, έζησε στο [Παρίσι], στη Βενετία, το Λονδίνο και στην Πόλη του Μεξικού. Το 2001, το μυθιστόρημά του Αύρα, το οποίο είχε γράψει το 1962, βρέθηκε στο επίκεντρο ενός σκανδάλου στην Πόλη του Μεξικού. Μία καθηγήτρια δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, η Χεορχίνα Ράβαγο, απολύθηκε διότι πρότεινε την ανάγνωση του εν λόγω έργου στους μαθητές του Ινστιτούτου "Félix Félix de Jesús Rougier", όπου φοιτούσε και η κόρη του τότε Υπουργού Εργασίας, Κάρλος Αβασκάλ Καράνσα.
Στη δεκαετία του '70, ο Φουέντες εργάστηκε στο Ινστιτούτο Γούντροου Ουΐλσον της Ουάσινγκτον. Ο Φουέντες υπήρξε πρέσβης του Μεξικού στη Γαλλία κατά την περίοδο 1972 - 1978, αλλά παραιτήθηκε όταν ο πρώην πρόεδρους του Μεξικού, Γουστάβο Ντίας Ορντάς, γνωστός ως ηθικός αυτουργός της σφαγής των φοιτητών έξω από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1968, διορίστηκε πρέσβης του Μεξικού στην Ισπανία.
Το 1979, ο Φουέντες έλαβε το Διεθνές Βραβεία Αλφόνσο Ρέγιες, το 1984 το Εθνικό Βραβείο Επιστημών και το 1987 το Βραβείο Θερβάντες. Το 1992 του απονεμήθηκε το ΣΤ' Βραβείο Ιβηροαμερικανικής Λογοτεχνίας. Το 1994 τιμήθηκε με το Βραβείο Πρίγκιπας των Αστούριας.
Αν όλες οι γυναίκες που αγάπησα 
συνοψίζονται σε μία μόνο, 
η μοναδική γυναίκα που αγάπησα για πάντα
συμπεριλαμβάνει όλες τις άλλες. 
Εκείνες είναι τα αστέρια.
Η Σίλβια είναι ο ίδιος ο γαλαξίας. 
Ενέχει τα πάντα. Το κάλλος...
Την ερωτική απόλαυση αλλά επίσης 
και την ηδονή της συντροφικότητας, 
του να καθόμαστε να φάμε,
να κοιμηθούμε, να ξυπνήσουμε, 
να περπατήσουμε,
να αρμενίσουμε παρέα, 
να συμμεριζόμαστε φιλίες,
να συζητάμε αμφιβολίες, 
να κάνουμε σχέδια,
να κατανοούμε ελαττώματα, 
να αποδεχόμαστε σφάλματα,
να αγαπιόμαστε ακόμα και με εκείνα 
που θα μπορούσαν να μας εκνευρίσουν 
ή να μας δυσαρεστήσουν
στις προσωπικές μας οντότητες και συμπεριφορές....
Μήπως δεν πρέπει να υπάρχει ακόμα 
και στην πιο πλήρη αγάπη 
μια προκαταβολή απώλειας που εντείνει 
την παροντική παρουσία; 
Μερικές φορές ενώ κοιτάζω τη Σίλβια να κοιμάται,
θα ήθελα να της κλέψω το όνομα, 
την εμφάνιση, την εμπειρία
και να γίνω ο απόλυτος κύριος της ύπαρξής της,
ο ζηλιάρης φύλακας των μυστικών της.
Χωρίς εκείνη, κατανοώ τον έρωτα μόνο μπροστά
σε έναν καθρέφτη στιλβωμένο από τη μνήμη.
Βιαστικός, ανήσυχος και πεινασμένος 
επιστρέφω στην εγγύτητά της. 
Φροντίζω το σώμα της σαν να ήταν δικό μου.
Μαθαίνω με τη Σίλβια να είμαι συγχρόνως παθιάρης
και σεβαστικός με το ενωμένο με εμένα γυναικείο σώμα.
Την παινεύω μόνο στο όνομα της τελειότητας 
που της προσφέρω, παρότι δεν την έχω, 
και την οποία εκείνη μου χαρίζει παρόλο
που δεν τη βλέπει.
Κάθε βράδυ αφήνω ένα αόρατο σημείωμα πάνω
στο μαξιλάρι της που λέει «Μου αρέσεις».
Οι γυναίκες είναι περαστικές της αυγής.
Καθεμιά τους είναι φορέας ενός διαφορετικού προορισμού.
Προορισμός μου ήταν να βρω τη Σίλβια και να μετατρέψω
τον δικό μου προορισμό σε δικό της. 
Κάρλος Φουέντες, «Σ’ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΠΙΣΤΕΥΩ»..