Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

Σύντομες αποδράσεις στο Δάσος του Χορτιάτη

Μια πρώτη γνωριμία....
Ο ορεινός όγκος Χορτιάτη δεσπόζει στα ανατολικά της Θεσσαλονίκης.
Ξεπροβάλει μοναχικός και επιβλητικός σαν φύλακας - άγγελος της μεγάλης μας πόλης.
Άλλωστε από την δημιουργία της ο Χορτιάτης - Κισσός τότε - της πρόσφερε πολλά.
Τους πρώτους κατοίκους της μα πρωτίστως το ζωογόνο νερό!
Αδιάψευστος μάρτυρας το
υπέροχο Ρωμαϊκό Υδραγωγείο στην είσοδο του οικισμού και τα διάσπαρτα Qanat.
Τον Ορεινό Όγκο Χορτιάτη επισκέφθηκαν αρκετοί διάσημοι περιηγητές στο διάβα των αιώνων. Γοητεύθηκαν και έγραψαν θερμότατα κείμενα για τις ομορφιές που αντίκρισαν.
Ο Εβλιά Τσελεμπί το 1630.
Ο Φον Λιγκένταλ το 1838, ο βοτανολόγος Γκρίζμπαχ το 1839 αλλά και ο Ν. Σχινάς το 1900 μας άφησαν θαυμάσιες γραπτές διηγήσεις.
Το μονοπάτι των παγοποιών
Είναι από τις ομορφότερες και γνωστότερες διαδρομές πάνω στα χνάρια των παλιών περίφημων Χορτιατινών παγοποιών.
Αφήνουμε λοιπόν τον ασφαλτόδρομο προς το Ραντάρ στο τέλος του οικισμού και μπαίνουμε αριστερά στο μονοπάτι με προορισμό το θαυμάσιο, πέτρινο καταφύγιο του Συλλόγου Ελλήνων Ορειβατών.
Το μονοπάτι κάποτε ήταν καλντερίμι (λιθόκτιστο) που έγινε το 1915 από τους Ινδούς υποτακτικούς της ΑΝΤΑΝΤ.
Στα 400 μέτρα περίπου συναντάμε έναν 8μετρο σιδερένιο τρίποδα πάνω σ' ένα μικρό πλάτωμα με εκπληκτική θέα προς την Κορώνεια και τον Θερμαϊκό, Όλυμπο, Πιερία, Βέρμιο, Μπέλες, Βουλγαρία...
Είναι η θέση «Αφανός», δίπλα στην «Αρκουδότρυπα» (την είσοδο ενός μικρού μονόχωρου σπηλαίου. . .), όπου οι Χορτιατινοί αιώνες τώρα ανελλιπώς κάνουν το περίφημο αναστάσιμο έθιμο του Φανού.
 Συνεχίζουμε πάνω στα λείψανα του καλντεριμιού και μετά από 20 λεπτά περίπου και αφού βλέπουμε στα δεξιά μας τις εγκαταστάσεις του Κατασκηνωτικού Κέντρου των Προσκόπων με την 80χρονη ιστορία του, συναντάμε το πρώτο «Γκιρίζι», κτιστή δεξαμενή καθαρισμού και ελέγχου του πολύ παλιού αγωγού των πηγών ύδρευσης.
Μέχρι τον τελικό προορισμό μας θα συναντήσουμε και άλλα «Γκιρίζια».
Ήδη πορευόμαστε μέσα στο δάσος με τις καστανιές και το φθινόπωρο μια μικρή στάση για να ψήσουμε στην «Τσουχταριά» κάστανα (τα ψήνουμε μέσα σε ξεραμένες φτέρες) είναι επιβεβλημένη.
 Σε λίγο φτάνουμε στη θέση «5 αδέλφια», όπου κάνει την εμφάνιση του το πρώτο μεγάλο και γνωστότερο «Μαγαζί» ( αποθήκη του πάγου) με την παρακείμενη «Μπάρα», τον επίπεδο χώρο στο σχήμα του ταψιού όπου οδηγούσαν οι παλιοί παγοποιοί το νερό των πηγών και μετατρεπόταν σε πάγο από τις πολύ χαμηλές χειμωνιάτικες θερμοκρασίες.
Και το καλοκαίρι ο πάγος, που τον διατηρούσαν στο «Μαγαζί» με μοναδική τεχνική, μεταφερόταν με μουλάρια στη Θεσσαλονίκη στους εύπορους, φυσικά, κατοίκους της.
Συνεχίζουμε την ανοδική αλλά χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες πορεία μας και φτάνουμε σ’ενα σημείο με ένα μικρό δάσος από κερασιές οι οποίες, αν και γέρικες, εξακολουθούν να μας προσφέρουν τα γλυκά κεράσια τους και το τσιμπολόγημά τους είναι επιβεβλημένο!
Αφού προσπεράσουμε αρκετά «Μαγαζιά» και «Μπάρες» φτάνουμε στην τοποθεσία «Κρύα Βρύση», έναν μαγευτικό αλλά εγκαταλελειμμένο χώρο με την πηγή - ποτίστρα για κάθε μορφής ζωντανού.
Η ολιγόλεπτη στάση για να ξεδιψάσουμε αλλά και να γευτούμε το καλοκαιράκι τις μυρωδάτες αγριοφράουλες - πλανίτσες για τους χορτιατινούς - επιβεβλημένη και πάλι.
Ξεκινάμε και αμέσως μετά, βγαίνοντας από το «τούνελ» που δημιουργούν τα πανύψηλα δένδρα, κυρίως οξιές, αντικρίζουμε ένα μεγάλο πλάτωμα, πατατοχώραφα και σημαντικός κερασότοπος μέχρι τη δεκαετία του '60.
Σε λίγο το μονοπάτι μας συναντάει το δασικό δρόμο που έχει αφετηρία το «Πάρκο Κεραιών» και τερματίζει κάτω απ' τα Ραντάρ.
Περπατάμε πλέον στον δασικό δρόμο όπου συναντάμε και «αυτοκίνητους» δυστυχώς - επισκέπτες του δάσους.
Σε λιγότερο από 5 λεπτά αντικρίζουμε ένα μεγάλο οροπέδιο και στο βάθος δεξιά το διώροφο πέτρινο καταφύγιο του Σ.Ε.Ο. στην αρχή ενός πανέμορφου δάσους με πανύψηλες οξιές να το περιτριγυρίζουν.
 Το ζεστό τσάι αλλά κυρίως η πάνγευστη -χυλωμένη φασολάδα με συνοδεία τουρσιών, παστού ψαριού και κόκκινου κρασιού ή τσίπουρου που προσφέρουν απ' τον Οκτώβρη μέχρι τον Απρίλη τις Κυριακές οι καλοί μας φίλοι ορειβάτες του Σ.Ε.Ο. είναι το έπαθλο μας για τα 100 περίπου λεπτά ελαφρώς κοπιαστικής αλλά και με πολλές συγκινήσεις διαδρομής.
Μιας διαδρομής που συνεχίζεται και προς Περιστερά (100 λεπτά περίπου) όμως και περιμετρικά της ψηλότερης κορυφής (1201 μέτρα) με τα Ραντάρ (στη θέση του αρχαίου κάστρου του Κισσου) αλλά και μέσα στο δάσος της καστανιάς με αρκετά μονοπάτια που οδηγούν και προς το χωριό.
Αξίζει λοιπόν να γνωρίσουμε το δάσος του Χορτιάτη, να χαρούμε και να νιώσουμε τη μαγεία των χρωμάτων, των οσμών, των γεύσεων και των ήχων του.
Να γαληνέψουμε και να ανατροφοδοτηθούμε.
Πολύ αναγκαία στις μέρες μας.
Και τόσο κοντά μας.. .
Και που δυστυχώς οι διαχρονικές ανθρώπινες παρεμβάσεις ( Ραντάρ και Στρατιωτικές Βάσεις, πάρκο κεραιών, « Κισσός », κυνήγι, «γουρουνάδες» και «εντουράδες», ασκοπες διανοίξεις δρόμων κ.λ.π.) τό ‘χουν τραυματίσει ανεπανόρθωτα.
Δυστυχώς...
εφημερίδα "Χορτιάτης 570".
 pressinaction

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια